τέτρατος: Difference between revisions
ἔστιν οὖν τραγῳδία μίμησις πράξεως σπουδαίας καὶ τελείας μέγεθος ἐχούσης, ἡδυσμένῳ λόγῳ χωρὶς ἑκάστου τῶν εἰδῶν ἐν τοῖς μορίοις, δρώντων καὶ οὐ δι' ἀπαγγελίας, δι' ἐλέου καὶ φόβου περαίνουσα τὴν τῶν τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν → Tragedy is, then, a representation of an action that is heroic and complete and of a certain magnitude—by means of language enriched with all kinds of ornament, each used separately in the different parts of the play: it represents men in action and does not use narrative, and through pity and fear it effects relief to these and similar emotions.
m (Text replacement - "τοῦ" to "τοῦ") |
m (LSJ1 replacement) |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=tetratos | |Transliteration C=tetratos | ||
|Beta Code=te/tratos | |Beta Code=te/tratos | ||
|Definition=η, ον, poet. for [[τέταρτος]], [[fourth]], | |Definition=η, ον, ''poet.'' for [[τέταρτος]], [[fourth]], Pi.''P.''4.47; <b class="b3">τὸ τέτρατον</b> [[the fourth time]], Il.13.20, 21.177, Hes.''Op.''596, ''Sc.''363:—of a bandage, <b class="b3">στηθοδεσμίδα, ἥν τινες τέτρατον καλοῦσι</b>, Gal.18(1).823 ([[si vera lectio|s.v.l.]]). | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Latest revision as of 10:43, 25 August 2023
English (LSJ)
η, ον, poet. for τέταρτος, fourth, Pi.P.4.47; τὸ τέτρατον the fourth time, Il.13.20, 21.177, Hes.Op.596, Sc.363:—of a bandage, στηθοδεσμίδα, ἥν τινες τέτρατον καλοῦσι, Gal.18(1).823 (s.v.l.).
German (Pape)
[Seite 1099] poet. statt τέταρτος, der, die, das vierte, Hom., Hes., Pind. u. A.; τὸ τέτρατον, zum vierten Male, Il. 21, 117 Hes. O. 598 Sc. 363.
French (Bailly abrégé)
η, ον :
épq. c. τέταρτος ; τὸ τέτρατον IL la quatrième fois.
Étymologie: τέτταρες.
Russian (Dvoretsky)
τέτρᾰτος: Hom., Hes., Pind. = τέταρτος.
Greek (Liddell-Scott)
τέτρᾰτος: -η, -ον, ποιητ. ἀντὶ τέταρτος, Ὅμ., Ἡσ., Πίνδ.· τὸ τέτρατον, τετάρτη φορά, Ἰλ. Φ. 177. Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 594, Ἀσπ. Ἡρ. 363.
English (Autenrieth)
see τέταρτος.
English (Slater)
τέτρᾰτος, τέταρτος fourth μετὰ τριῶν τέταρτον πόνον (O. 1.60) [[[ἅμα]] πρώτοις ἄρξεται καὶ τετράτοις (codd.: τερτάτοις Ahrens) (O. 8.46) ] “τετράτων παίδων κ' ἐπιγεινομένων αἷμά οἱ κείναν λάβε σὺν Δαναοῖς εὐρεῖαν ἄπειρον” (i. e. of the fourth generation descended from Euphamos) (P. 4.47) πέφνε δὲ τρεῖς καὶ δέκ' ἄνδρας, τετράτῳ δ αὐτὸς ἐπεδάθη (τε- τάρτῳ v.l.: ἀντὶ τοῦ τετάρτῳ καὶ δεκάτῳ, Σ B Hom. K 252, cf. fr. 171) fr. 135.
Greek Monolingual
-άτη, -ον, Α
βλ. τέταρτος.
Greek Monotonic
τέτρᾰτος: -η, -ον, ποιητ. αντί τέταρτος, σε Όμηρ. κ.λπ.· τὸ τέταρτον, η τέταρτη φορά, σε Ομήρ. Ιλ., Ησίοδ.
Middle Liddell
τέτρᾰτος, η, ον [poetic for τέταρτος
fourth, Hom., etc.; τὸ τέτρατον the fourth time, Il., Hes.