Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

νυκτερείσιος: Difference between revisions

From LSJ

Ἔοικα γοῦν τούτου γε σμικρῷ τινι αὐτῷ τούτῳ σοφώτερος εἶναι, ὅτι ἃ μὴ οἶδα οὐδὲ οἴομαι εἰδέναι → I seem, then, in just this little thing to be wiser than this man at any rate, that what I do not know I do not think I know either

Plato, Apology 21d
m (Text replacement - "(?s)({{elru\n\|elrutext.*}}\n)({{.*}}\n)({{pape.*}})" to "$3 $1$2")
m (LSJ1 replacement)
 
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=nyktereisios
|Transliteration C=nyktereisios
|Beta Code=nukterei/sios
|Beta Code=nukterei/sios
|Definition=ον, ([[νύξ]], [[ἐρείδω]]) Com. Adj. formed like [[νυκτερήσιος]], [[sensu obsceno|sens. obsc.]], ἔργα <span class="bibl">Ar.<span class="title">Th.</span>204</span>.
|Definition=νυκτερείσιον, ([[νύξ]], [[ἐρείδω]]) Com. Adj. formed like [[νυκτερήσιος]], [[sensu obsceno|sens. obsc.]], ἔργα Ar.''Th.''204.
}}
}}
{{pape
{{pape

Latest revision as of 11:14, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: νυκτερείσιος Medium diacritics: νυκτερείσιος Low diacritics: νυκτερείσιος Capitals: ΝΥΚΤΕΡΕΙΣΙΟΣ
Transliteration A: nyktereísios Transliteration B: nyktereisios Transliteration C: nyktereisios Beta Code: nukterei/sios

English (LSJ)

νυκτερείσιον, (νύξ, ἐρείδω) Com. Adj. formed like νυκτερήσιος, sens. obsc., ἔργα Ar.Th.204.

German (Pape)

νυκτερήσιος, mit komischer Anspielung auf ἐρείδω, Ar. Thesm. 204.

Russian (Dvoretsky)

νυκτερείσιος: (игра слов, по созвучию с ἐρείδω Arph.) = νυκτερήσιος.

Greek (Liddell-Scott)

νυκτερείσιος: ἐσφαλ. γραφὴ ἀντὶ νυκτερήσιος, ὃ ἴδε.

Greek Monolingual

νυκτερείσιος, -ον (Α)
(κωμική λ.) (πιθ. εσφ. γρφ.) αντί νυκτερήσιος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. προήλθε από το νυκτερήσιος με παρετυμολογική επίδραση του ρ. ἐρείδω χάριν λογοπαιγνίου. Η λ. μαρτυρείται στον Αριστοφάνη].