κακομοιρία: Difference between revisions

From LSJ

Καλῶς ἀκούειν μᾶλλον ἢ πλουτεῖν θέλε → Opulentiae antepone rumorem bonum → Erstrebe anstatt Reichtum lieber guten Ruf

Menander, Monostichoi, 285
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (LSJ1 replacement)
 
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=kakomoiria
|Transliteration C=kakomoiria
|Beta Code=kakomoiri/a
|Beta Code=kakomoiri/a
|Definition=ἡ, [[ill fate]], Sch.<span class="bibl">S.<span class="title">Tr.</span>850</span>, Sch.<span class="bibl">E.<span class="title">Ph.</span>156</span>.
|Definition=ἡ, [[ill fate]], Sch.S.''Tr.''850, Sch.E.''Ph.''156.
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=η (Μ [[κακομοιριά]], Α [[κακομοιρία]]) [[κακόμοιρος]]<br />κακή [[μοίρα]], [[δυστυχία]], [[αθλιότητα]]·.<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[έλλειψη]] καλής διαπλάσεως ή υψηλού φρονήματος, η [[έλλειψη]] προτερημάτων ή καλής εμφανίσεως.
|mltxt=η (Μ [[κακομοιριά]], Α [[κακομοιρία]]) [[κακόμοιρος]]<br />κακή [[μοίρα]], [[δυστυχία]], [[αθλιότητα]]·.<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[έλλειψη]] καλής διαπλάσεως ή υψηλού φρονήματος, η [[έλλειψη]] προτερημάτων ή καλής εμφανίσεως.
}}
}}

Latest revision as of 12:14, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κᾰκομοιρία Medium diacritics: κακομοιρία Low diacritics: κακομοιρία Capitals: ΚΑΚΟΜΟΙΡΙΑ
Transliteration A: kakomoiría Transliteration B: kakomoiria Transliteration C: kakomoiria Beta Code: kakomoiri/a

English (LSJ)

ἡ, ill fate, Sch.S.Tr.850, Sch.E.Ph.156.

German (Pape)

[Seite 1301] ἡ, unglückliches Geschick, Schol. Soph. Tr. 862.

Greek (Liddell-Scott)

κακομοιρία: ἡ, κακὴ μοῖρα, δυστυχία, «κακομοιριά», Σχόλ. εἰς Σοφ. Τρ. 851, Εὐρ. Φοίν. 156.

Greek Monolingual

η (Μ κακομοιριά, Α κακομοιρία) κακόμοιρος
κακή μοίρα, δυστυχία, αθλιότητα·.
νεοελλ.
έλλειψη καλής διαπλάσεως ή υψηλού φρονήματος, η έλλειψη προτερημάτων ή καλής εμφανίσεως.