contrario: Difference between revisions
From LSJ
Ἐλευθέρου γάρ ἐστι τἀληθῆ λέγειν → Perhibere vera semper ingenuum decet → Die Wahrheit sagen ist des freien Mannes Art
(1) |
(CSV import) |
||
Line 10: | Line 10: | ||
{{esel | {{esel | ||
|sltx=[[ἀντίδικος]], [[ἐνστάτης]], [[ἀλλόκοτος]], [[ἀντίξοος]], [[ἀντίπαλος]], [[ἀντίφυτος]], [[ἀντίμοιρος]], [[ἐναντίβιος]], [[ἀντιταγής]], [[ἀντίτακτος]], [[ἀλλότριος]], [[ἀλλοῖος]], [[ἀντίμαχος]], [[ἀνταῖος]], [[ἀνεπιτήδειος]], [[ἐναντίωσις]], [[ἀντίθετος]], [[ἀντιβατικός]], [[ἀντιπρόσωπος]], [[ἐναντίος]], [[ἀντίτυπος]], [[ἀντικέλευθος]], [[ἀντίπορος]], [[ἀντίος]], [[ἐνστατικός]] | |sltx=[[ἀντίδικος]], [[ἐνστάτης]], [[ἀλλόκοτος]], [[ἀντίξοος]], [[ἀντίπαλος]], [[ἀντίφυτος]], [[ἀντίμοιρος]], [[ἐναντίβιος]], [[ἀντιταγής]], [[ἀντίτακτος]], [[ἀλλότριος]], [[ἀλλοῖος]], [[ἀντίμαχος]], [[ἀνταῖος]], [[ἀνεπιτήδειος]], [[ἐναντίωσις]], [[ἀντίθετος]], [[ἀντιβατικός]], [[ἀντιπρόσωπος]], [[ἐναντίος]], [[ἀντίτυπος]], [[ἀντικέλευθος]], [[ἀντίπορος]], [[ἀντίος]], [[ἐνστατικός]] | ||
}} | |||
{{LaZh | |||
|lnztxt=contrario. ''adv''. :: [[反 相反]] | |||
}} | }} |
Latest revision as of 17:50, 12 June 2024
Latin > English (Lewis & Short)
contrārĭō: v. contrarius, B. A. 2.
Latin > French (Gaffiot 2016)
(1) contrārĭō, adv., v. contrarius S 3 à ex contrario.
(2) contrārĭō, āre, intr., contredire [dat.] : Ps. Prosp. Prom. 2, 33, 1.
Latin > German (Georges)
contrāriō, Adv., falsche Lesart für e contrario, s. Haase Sen. op. tom. 2. praef. p. VI.
Spanish > Greek
ἀντίδικος, ἐνστάτης, ἀλλόκοτος, ἀντίξοος, ἀντίπαλος, ἀντίφυτος, ἀντίμοιρος, ἐναντίβιος, ἀντιταγής, ἀντίτακτος, ἀλλότριος, ἀλλοῖος, ἀντίμαχος, ἀνταῖος, ἀνεπιτήδειος, ἐναντίωσις, ἀντίθετος, ἀντιβατικός, ἀντιπρόσωπος, ἐναντίος, ἀντίτυπος, ἀντικέλευθος, ἀντίπορος, ἀντίος, ἐνστατικός