διαδέκτωρ: Difference between revisions
ὡς μήτε τὰ γενόμενα ἐξ ἀνθρώπων τῷ χρόνῳ ἐξίτηλα γένηται → in order that so the memory of the past may not be blotted out from among men by time
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=diadektor | |Transliteration C=diadektor | ||
|Beta Code=diade/ktwr | |Beta Code=diade/ktwr | ||
|Definition=-ορος, ὁ,<br><span class="bld">A</span> [[inheritor]], καμάτου Man.4.223.<br><span class="bld">II</span> Pass. as adjective, <b class="b3">πλοῦτος δ.</b> [[inherited]] wealth, [[Euripides|E.]]''[[Ion]]'' 478. | |Definition=-ορος, ὁ,<br><span class="bld">A</span> [[inheritor]], καμάτου Man.4.223.<br><span class="bld">II</span> Pass. as adjective, <b class="b3">πλοῦτος δ.</b> [[inherited]] wealth, [[Euripides|E.]]''[[Ion]]''478. | ||
}} | }} | ||
{{DGE | {{DGE |
Latest revision as of 09:34, 25 October 2024
English (LSJ)
-ορος, ὁ,
A inheritor, καμάτου Man.4.223.
II Pass. as adjective, πλοῦτος δ. inherited wealth, E.Ion478.
Spanish (DGE)
-ορος, ὁ
1 heredero καμάτου κακοῦ Man.4.223.
2 como adj. heredado πλοῦτος E.Io 478.
French (Bailly abrégé)
ορος (ὁ) :
1 héritier de;
2 reçu par héritage.
Étymologie: διαδέχομαι.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
διαδέκτωρ -ορος, ὁ [διαδέχομαι] adj. geërfd:. διαδέκτωρ πλοῦτος geërfde rijkdom Eur. Ion 478.
German (Pape)
ορος, ὁ, durch Erbschaft empfangen, ererbt, πλοῦτος Eur. Ion 478, ch.; aber Man. 4.223 = der etwas übernimmt, καμάτου.
Russian (Dvoretsky)
διαδέκτωρ: ορος adj. m унаследованный, наследственный (πλοῦτος Eur.).
Greek Monolingual
διαδέκτωρ (-ορος), ο (Α) διαδέχομαι
1. κληρονόμος, διάδοχος
2. αυτός που προέρχεται από κληρονομιά.
Greek Monotonic
διαδέκτωρ: -ορος, ὁ (διαδέχομαι), ως επίθ., πλοῦτος δ., πλούτος τον οποίο κληρονομεί κάποιος ή πλούτος που κληροδοτείται από κάποιον, σε Ευρ.
Greek (Liddell-Scott)
διαδέκτωρ: -ορος, ὁ, (διαδέχομαι) διάδοχος, κληρονόμος, καμάτου Μανέθων 4. 223. ΙΙ. παθ., ὡς ἐπίθ., πλοῦτος δ., κληρονομούμενος ἢ κληροδοτούμενος πλοῦτος, Εὐρ. Ἴωνι 478.
Middle Liddell
διαδέκτωρ, ορος, διαδέχομαι
as adj., πλοῦτος δ. inherited wealth, Eur.