orden: Difference between revisions
From LSJ
Ἡδύ γε δικαίους ἄνδρας εὐτυχεῖν ὁρᾶν → Gerechte Menschen glücklich sehen, das erfreut → Zu sehn, dass der Gerechte glücklich ist, erfreut
mNo edit summary |
mNo edit summary Tag: Reverted |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{esel | {{esel | ||
|sltx=[[ἀγγελία]], [[ἀκολουθία]], [[ἀνάταξις]], [[ἀνωγή]], [[ἀποστολή]], [[ | |sltx=[[ἀγγελία]], [[ἀκολουθία]], [[ἀνάταξις]], [[ἀνωγή]], [[ἀποστολή]], [[ἀπόστολον]], [[ἁρμονία]], [[βάσις]], [[γραμματεῖον]], [[γυμνασία]], [[διάγγελμα]], [[διάθεσις]], [[διακέλευμα]], [[διακέλευσις]], [[διακόσμησις]], [[διάκοσμος]], [[διαστολή]], [[διαταγή]], [[διάταγμα]], [[διαταγμός]], [[διάταξις]], [[δικαίωμα]], [[διόρθωσις]], [[ἐγκέλευσις]], [[ἐγκέλευσμα]], [[ἔκταξις]], [[ἔνταλμα]], [[ἐνταλτήριον]], [[ἐντολή]], [[ἐντόλιον]] | ||
}} | }} |
Revision as of 22:41, 12 November 2024
Spanish > Greek
ἀγγελία, ἀκολουθία, ἀνάταξις, ἀνωγή, ἀποστολή, ἀπόστολον, ἁρμονία, βάσις, γραμματεῖον, γυμνασία, διάγγελμα, διάθεσις, διακέλευμα, διακέλευσις, διακόσμησις, διάκοσμος, διαστολή, διαταγή, διάταγμα, διαταγμός, διάταξις, δικαίωμα, διόρθωσις, ἐγκέλευσις, ἐγκέλευσμα, ἔκταξις, ἔνταλμα, ἐνταλτήριον, ἐντολή, ἐντόλιον