σταφυλῖνος: Difference between revisions
ἐν ταῖς ἀνάγκαις χρημάτων κρείττων φίλος → it is better in times of need to have friends rather than money, a friend in need is a friend indeed (Menander, Sententiae monostichoi 143)
(13_2) |
(6_15) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0931.png Seite 931]] ὁ u. ἡ, der Pastinak, Diosc.; [[ἀγριάς]], Numen. bei Ath. 371 c; – ὁ στ., ein Insekt, von der Größe der [[σπονδύλη]], Arist. H. A. 8, 24. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0931.png Seite 931]] ὁ u. ἡ, der Pastinak, Diosc.; [[ἀγριάς]], Numen. bei Ath. 371 c; – ὁ στ., ein Insekt, von der Größe der [[σπονδύλη]], Arist. H. A. 8, 24. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''στᾰφῠλῖνος''': ὁ, καὶ (Νουμήν. παρ’ Ἀθην. 371C) ἡ, [[εἶδος]] δαυκίου ἢ [[ἴσως]] κοκκινογουλίου, Ἱππ. 686. 37, Νίκ. παρ’ Ἀθην. ἔνθ’ ἀνωτ., Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 9. 15, 5. 2) = βρυωνία, ἀμφίβ. παρὰ τῷ Σχολ. εἰς Νικ. Θηρ. 858. ΙΙ. [[σταφυλῖνος]], ὁ, ἔντομον ἔχον [[περίπου]] τὸ [[μέγεθος]] τῆς σφονδύλης (ὁ Sundev. νομίζει ὅτι [[εἶναι]] ἡ Meloë), Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 8. 24, 6, Ἡσύχ. | |||
}} | }} |
Revision as of 11:02, 5 August 2017
English (LSJ)
ὁ, and (in Numen. ap. Ath.9.371c) ἡ,
A carrot, Hp.Steril. 242, Nic.Fr.71; σ. κηπευτός, cultivated carrot, Daucus Carota, Dsc. 3.52; σ. ἄγριος, wild carrot, Daucus guttatus, ibid.; σ. χλωρός Aët. 12.42. 2 = βρυωνία, Crateuas ap.Sch.Nic.Th.858. II σ., ὁ, an insect, about the size of the σφονδύλη (perh. the Meloë), Arist. HA604b18, Hippiatr.119, Hsch.
German (Pape)
[Seite 931] ὁ u. ἡ, der Pastinak, Diosc.; ἀγριάς, Numen. bei Ath. 371 c; – ὁ στ., ein Insekt, von der Größe der σπονδύλη, Arist. H. A. 8, 24.
Greek (Liddell-Scott)
στᾰφῠλῖνος: ὁ, καὶ (Νουμήν. παρ’ Ἀθην. 371C) ἡ, εἶδος δαυκίου ἢ ἴσως κοκκινογουλίου, Ἱππ. 686. 37, Νίκ. παρ’ Ἀθην. ἔνθ’ ἀνωτ., Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 9. 15, 5. 2) = βρυωνία, ἀμφίβ. παρὰ τῷ Σχολ. εἰς Νικ. Θηρ. 858. ΙΙ. σταφυλῖνος, ὁ, ἔντομον ἔχον περίπου τὸ μέγεθος τῆς σφονδύλης (ὁ Sundev. νομίζει ὅτι εἶναι ἡ Meloë), Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 8. 24, 6, Ἡσύχ.