3,244,155
edits
(6_15) |
(Bailly1_5) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''φύλαρχος''': ὁ, ὁ ἀρχηγὸς φυλῆς, Ἡρόδ. 5. 69, Ξεν. Κύρου Παιδ. 1. 2, 14, κ. ἀλλ. (πρβλ. [[φυλάρχης]]), Συλλ. Ἐπιγρ. 5773, κλπ.· ― ἐν χρήσει πρὸς μετάφρασιν τοῦ Ῥωμαϊκοῦ tribunus, Διον. Ἁλ. 2. 7, Πλουτ. Ρωμ. 20. ΙΙ. ὡς στρατιωτικὸς ὅρος ἐν Ἀθήναις, ὁ διοικητὴς ἑνὸς τῶν ἱππικῶν σωμάτων ὧν ἕκαστον παρεῖχεν εἰς τὴν πολιτείαν ἡ οἰκεία [[φυλή]], χειροτονοῦσι δὲ καὶ φυλάρχους [ι΄], ἕνα τῆς φυλῆς, τὸν ἡγησόμενον τῶν ἱππέων, [[ὥσπερ]] οἱ ταξίαρχοι τῶν ὁπλιτῶν Ἀριστ. Ἀθην. Πολ. σ. 90, 12, Blass., ἴδε ἐν λ. [[ἵππαρχος]]. ΙΙΙ. οἱ φύλαρχοι, ὀλιγαρχικόν τι [[συμβούλιον]] ἐν Ἐπιδάμνῳ, Ἀριστ. Πολιτ. 5. 1, 10. | |lstext='''φύλαρχος''': ὁ, ὁ ἀρχηγὸς φυλῆς, Ἡρόδ. 5. 69, Ξεν. Κύρου Παιδ. 1. 2, 14, κ. ἀλλ. (πρβλ. [[φυλάρχης]]), Συλλ. Ἐπιγρ. 5773, κλπ.· ― ἐν χρήσει πρὸς μετάφρασιν τοῦ Ῥωμαϊκοῦ tribunus, Διον. Ἁλ. 2. 7, Πλουτ. Ρωμ. 20. ΙΙ. ὡς στρατιωτικὸς ὅρος ἐν Ἀθήναις, ὁ διοικητὴς ἑνὸς τῶν ἱππικῶν σωμάτων ὧν ἕκαστον παρεῖχεν εἰς τὴν πολιτείαν ἡ οἰκεία [[φυλή]], χειροτονοῦσι δὲ καὶ φυλάρχους [ι΄], ἕνα τῆς φυλῆς, τὸν ἡγησόμενον τῶν ἱππέων, [[ὥσπερ]] οἱ ταξίαρχοι τῶν ὁπλιτῶν Ἀριστ. Ἀθην. Πολ. σ. 90, 12, Blass., ἴδε ἐν λ. [[ἵππαρχος]]. ΙΙΙ. οἱ φύλαρχοι, ὀλιγαρχικόν τι [[συμβούλιον]] ἐν Ἐπιδάμνῳ, Ἀριστ. Πολιτ. 5. 1, 10. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ου (ὁ) :<br />président d’une tribu (à Athènes, <i>etc.</i>) ; <i>p. suite</i> :<br /><b>1</b> <i>à Athènes</i> phylarque, commandant d’un des dix corps de cavalerie fournis par les dix tribus;<br /><b>2</b> <i>à Rome</i> tribun, <i>càd</i> chef d’une tribu (intendant, administrateur, <i>etc.</i>).<br />'''Étymologie:''' [[φυλή]], [[ἄρχω]]. | |||
}} | }} |