Τρώς: Difference between revisions

From LSJ

κόραξ δ' ἐπαίνῳ καρδίην ἐχαυνώθη → the flattered crow was filled with pride, the flattered crow became elate in heart

Source
(6_22)
(Bailly1_5)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''Τρώς''': Τρωός, ὁ, ὁ κατὰ τὸν μῦθον θεμελιωτὴς τῆς Τροίας, τῆς γάρ τοι γενεῆς, ἧς Τρωΐ περ [[εὐρύοπα]] [[Ζεὺς]] δῶχ’ υἷος ποινὴν Γανυμήδεος Ἰλ. Ε. 265· Τρῶα δ’ [[Ἐριχθόνιος]] τέκετο Τρώεσσιν ἄνακτα Υ. 230, Ὕμν. εἰς Ἀφρ. 208. ΙΙ. πληθ. Τρῶες, Τρώων, οἱ, οἱ τῆς Τροίας κάτοικοι, Ὅμ. κλπ.· ἀλλ’ εἰσέρχεο [[τεῖχος]]... [[ὄφρα]] σαώσῃς Τρῶας καὶ [[Τρῳάς]], τοὺς ἄνδρας καὶ τὰς γυναῖκας τῆς Τροίας, Ἰλ. Χ. 57· πρβλ. [[Τρώιος]].
|lstext='''Τρώς''': Τρωός, ὁ, ὁ κατὰ τὸν μῦθον θεμελιωτὴς τῆς Τροίας, τῆς γάρ τοι γενεῆς, ἧς Τρωΐ περ [[εὐρύοπα]] [[Ζεὺς]] δῶχ’ υἷος ποινὴν Γανυμήδεος Ἰλ. Ε. 265· Τρῶα δ’ [[Ἐριχθόνιος]] τέκετο Τρώεσσιν ἄνακτα Υ. 230, Ὕμν. εἰς Ἀφρ. 208. ΙΙ. πληθ. Τρῶες, Τρώων, οἱ, οἱ τῆς Τροίας κάτοικοι, Ὅμ. κλπ.· ἀλλ’ εἰσέρχεο [[τεῖχος]]... [[ὄφρα]] σαώσῃς Τρῶας καὶ [[Τρῳάς]], τοὺς ἄνδρας καὶ τὰς γυναῖκας τῆς Τροίας, Ἰλ. Χ. 57· πρβλ. [[Τρώιος]].
}}
{{bailly
|btext=Τρωός (ὁ) :<br />Trôs :<br /><b>1</b> fils d’Alastor, Troyen;<br /><b>2</b> fils d’Erichthonios, roi de Phrygie, fondateur de Troie.
}}
}}

Revision as of 19:38, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Τρώς Medium diacritics: Τρώς Low diacritics: Τρως Capitals: ΤΡΩΣ
Transliteration A: Trṓs Transliteration B: Trōs Transliteration C: Tros Beta Code: *trw/s

English (LSJ)

Τρωός, ὁ,

   A Tros, the mythic founder of Troy, Il.5.265, 20.230, h.Ven.207; also Τρῶος, ου, ὁ, Hes.Fr.205(b).    II pl. Τρῶες, Τρώων, οἱ, Trojans, Il.1.152, etc.; Τρῶας καὶ Τρῳάς Trojan men and Trojan women, 22.57; cf. Τρώϊος.

Greek (Liddell-Scott)

Τρώς: Τρωός, ὁ, ὁ κατὰ τὸν μῦθον θεμελιωτὴς τῆς Τροίας, τῆς γάρ τοι γενεῆς, ἧς Τρωΐ περ εὐρύοπα Ζεὺς δῶχ’ υἷος ποινὴν Γανυμήδεος Ἰλ. Ε. 265· Τρῶα δ’ Ἐριχθόνιος τέκετο Τρώεσσιν ἄνακτα Υ. 230, Ὕμν. εἰς Ἀφρ. 208. ΙΙ. πληθ. Τρῶες, Τρώων, οἱ, οἱ τῆς Τροίας κάτοικοι, Ὅμ. κλπ.· ἀλλ’ εἰσέρχεο τεῖχος... ὄφρα σαώσῃς Τρῶας καὶ Τρῳάς, τοὺς ἄνδρας καὶ τὰς γυναῖκας τῆς Τροίας, Ἰλ. Χ. 57· πρβλ. Τρώιος.

French (Bailly abrégé)

Τρωός (ὁ) :
Trôs :
1 fils d’Alastor, Troyen;
2 fils d’Erichthonios, roi de Phrygie, fondateur de Troie.