ἐπαφρόδιτος: Difference between revisions

From LSJ

ἔστι γὰρ τὸ ἔλαττον κακὸν μᾶλλον αἱρετὸν τοῦ μείζονος → the lesser of two evils is more desirable than the greater

Source
(6_15)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐπαφρόδῑτος''': -ον, ([[Ἀφροδίτη]]) [[θελκτικός]], [[ἐπίχαρις]], [[κομψός]], Λατ. venustus, ἐπὶ προσ., Ἡρόδ. 2. 135, Αἰσχίν. 33. 35· ἐπὶ πραγμ., Ξεν. Συμπ. 8, 15, Ἰσοκρ. 219A· ὑπερθ. -ότατος ὁ αὐτὸς ἐν Ἱέρωνι 1. 35: - Ἐπίρρ. ἐπαφροδίτως, γράφειν [[ἡδέως]] καὶ κεχαρισμένως καὶ ἐπαφροδίτως Διον. Ἁλ. π. Λυσίου 11, σ. 477. 8. II. ἐν χρήσει πρὸς μετάφρασιν τοῦ ἐπιθέτου τοῦ Σύλλα Felix, εὐνοούμενος ὑπὸ τῆς Ἀφροδίτης, ὅ ἐ. ὁ εὐνοούμενος τῆς τύχης (μεταφ. ἐκ τοῦ παιγνιδίου τῶν κύβων), Πλουτ. Σύλλ. 34, πρβλ. Ἀππ. Ἐμφυλ. 1. 97. III. ὡς κύριον [[ὄνομα]] [[ἐνίοτε]] συναιρεῖται εἰς τὸ Ἐπαφρᾶς, ᾶ, ἴδε Βεντλέϋον ἐν Ἐπιστολῇ πρὸς Mill. σ. 82 (347).
|lstext='''ἐπαφρόδῑτος''': -ον, ([[Ἀφροδίτη]]) [[θελκτικός]], [[ἐπίχαρις]], [[κομψός]], Λατ. venustus, ἐπὶ προσ., Ἡρόδ. 2. 135, Αἰσχίν. 33. 35· ἐπὶ πραγμ., Ξεν. Συμπ. 8, 15, Ἰσοκρ. 219A· ὑπερθ. -ότατος ὁ αὐτὸς ἐν Ἱέρωνι 1. 35: - Ἐπίρρ. ἐπαφροδίτως, γράφειν [[ἡδέως]] καὶ κεχαρισμένως καὶ ἐπαφροδίτως Διον. Ἁλ. π. Λυσίου 11, σ. 477. 8. II. ἐν χρήσει πρὸς μετάφρασιν τοῦ ἐπιθέτου τοῦ Σύλλα Felix, εὐνοούμενος ὑπὸ τῆς Ἀφροδίτης, ὅ ἐ. ὁ εὐνοούμενος τῆς τύχης (μεταφ. ἐκ τοῦ παιγνιδίου τῶν κύβων), Πλουτ. Σύλλ. 34, πρβλ. Ἀππ. Ἐμφυλ. 1. 97. III. ὡς κύριον [[ὄνομα]] [[ἐνίοτε]] συναιρεῖται εἰς τὸ Ἐπαφρᾶς, ᾶ, ἴδε Βεντλέϋον ἐν Ἐπιστολῇ πρὸς Mill. σ. 82 (347).
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br /><b>1</b> qui inspire l’amour, aimable, charmant;<br /><b>2</b> <i>traduct. du lat.</i> Felix <i>surn. de Sylla</i> ; favori de la Fortune, <i>càd</i> de Vénus <i>au jeu de dés</i>.<br />'''Étymologie:''' [[ἐπί]], [[Ἀφροδίτη]].
}}
}}

Revision as of 19:54, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐπαφρόδῑτος Medium diacritics: ἐπαφρόδιτος Low diacritics: επαφρόδιτος Capitals: ΕΠΑΦΡΟΔΙΤΟΣ
Transliteration A: epaphróditos Transliteration B: epaphroditos Transliteration C: epafroditos Beta Code: e)pafro/ditos

English (LSJ)

ον, (Ἀφροδίτη)

   A lovely, fascinating, charming, of persons, Hdt.2.135, Aeschin.2.42; of things, ἔπη καὶ ἔργα X.Smp.8.15 (Comp., codd.); ποίησις Isoc.10.65: Sup. -ότατος X.Hier.1.35. Adv. -τως, γράφειν D.H.Lys.11, cf. Alciphr.2.1, Philostr. VA6.3.    II used to translate Sulla's epithet Felix, favoured by Venus, i.e. fortune's favourite (metaph. from the dice), Plu.Sull.34, App.BC1.97.    III gracious, ἡγεμονία PRyl.77.36 (ii A.D.).

German (Pape)

[Seite 907] liebreizend, liebenswürdig, anmuthig; von einer Frau, Her. 2, 135; ἄνθρωπ ος ἡδὺς καὶ ἐπ. Aesch. 2, 42; φιλία ἐπαφροδιτοτέρα Xen. Conv. 8, 15; Sulla nannte sich griechisch ἐπαφρόδιτος, felix, von der Aphrodite begünstigt, Plut. Sull. 34; App. B. C. 1, 97. – Adv., γράφειν ἡδέως καὶ ἐπαφροδίτως D. Hal. Lys. 11; ὑποδέχεσθαι τινα Alciphr. 2, 1; a. Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ἐπαφρόδῑτος: -ον, (Ἀφροδίτη) θελκτικός, ἐπίχαρις, κομψός, Λατ. venustus, ἐπὶ προσ., Ἡρόδ. 2. 135, Αἰσχίν. 33. 35· ἐπὶ πραγμ., Ξεν. Συμπ. 8, 15, Ἰσοκρ. 219A· ὑπερθ. -ότατος ὁ αὐτὸς ἐν Ἱέρωνι 1. 35: - Ἐπίρρ. ἐπαφροδίτως, γράφειν ἡδέως καὶ κεχαρισμένως καὶ ἐπαφροδίτως Διον. Ἁλ. π. Λυσίου 11, σ. 477. 8. II. ἐν χρήσει πρὸς μετάφρασιν τοῦ ἐπιθέτου τοῦ Σύλλα Felix, εὐνοούμενος ὑπὸ τῆς Ἀφροδίτης, ὅ ἐ. ὁ εὐνοούμενος τῆς τύχης (μεταφ. ἐκ τοῦ παιγνιδίου τῶν κύβων), Πλουτ. Σύλλ. 34, πρβλ. Ἀππ. Ἐμφυλ. 1. 97. III. ὡς κύριον ὄνομα ἐνίοτε συναιρεῖται εἰς τὸ Ἐπαφρᾶς, ᾶ, ἴδε Βεντλέϋον ἐν Ἐπιστολῇ πρὸς Mill. σ. 82 (347).

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
1 qui inspire l’amour, aimable, charmant;
2 traduct. du lat. Felix surn. de Sylla ; favori de la Fortune, càd de Vénus au jeu de dés.
Étymologie: ἐπί, Ἀφροδίτη.