βαλανεῖον: Difference between revisions
κοινὴ γὰρ ἡ τύχη καὶ τὸ μέλλον ἀόρατον → fortune is common to all, the future is unknown | fortune is common to all and the future unknown | fate is common to all and the future unknown
(Bailly1_1) |
(big3_8) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ου (τό) :<br /><b>1</b> bain, salle de bain;<br /><b>2</b> bain, eau de bain.<br />'''Étymologie:''' cf. <i>lat.</i> balineum, balneum. | |btext=ου (τό) :<br /><b>1</b> bain, salle de bain;<br /><b>2</b> bain, eau de bain.<br />'''Étymologie:''' cf. <i>lat.</i> balineum, balneum. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=(βᾰλᾰνεῖον) -ου, τό<br /><br /><b class="num">• Grafía:</b> graf. βαλανῖον <i>POxy</i>.43 ue.3.24 (III d.C.), βαλανῆον <i>IAssos</i> 16 (II d.C.)<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[baños]], [[casa de baños]] τὸ [[βαλανεῖον]] ὥρισαν <i>IG</i> 1<sup>3</sup>.402.10 (V a.C.), εἰς [[βαλανεῖον]] ἦλθε λουσόμενος Ar.<i>Nu</i>.837, cf. 991, 1054, <i>Pl</i>.535, <i>Com.Adesp</i>. en <i>CGFP</i> 260.9, Pl.<i>R</i>.495e, Is.5.24, 6.33, λοῦσθαι ἐν βαλανείῳ D.50.35, 54.10, τὰ ἀλειπτήρια καὶ τὰ βαλανεῖα Thphr.<i>Ign</i>.13, cf. Plb.24.7.6, Diog.Oen.2.3.11, ἐν ... γυμνασίοις καὶ ἐν τοῖς βαλανείοις <i>IEphesos</i> 661.23 (II d.C.), ἐλούετο τοῖς δημοσίοις βαλανείοις Plb.26.1.12, cf. D.Chr.47.17, Alciphr.3.7.1, Philostr.<i>VS</i> 548, προήγαγε ... εἰς τὸ [[βαλανεῖον]] Charito 2.2.2<br /><b class="num">•</b>en época romana [[termas]] εἶδεν ἐν οἰκίᾳ Δομετιανοῦ στοὰν ἢ βασιλικὴν ἢ β. Plu.<i>Publ</i>.15, cf. 2.61c, ὁ δὲ κόλαξ εἰς τὸ β. ἕλκει Plu.2.62a, εἰς τὸ ἐν [τῷ] γυμν[ασί] ῳ [βα] λανεῖον <i>PLond</i>.1166.6 (I d.C.), εἰς τὸ Χαριδήμου β. <i>PLond</i>.897.17 (I d.C.), cf. 1178.79 (II d.C.), <i>SB</i> 9699.24 (I d.C.), 9653.8, 11 (II d.C.), 9921.6 (III d.C.), εἴ τις ἐκ τοῦ βαλανείου τι κλέψι (<i>sic</i>) <i>TAM</i> 5.159 (Saitas II d.C.), <i>IStratonikeia</i> 701.12 (II d.C.), <i>IEphesos</i> 672.14 (II d.C.), 1104.5 (III d.C.), cf. Hierocl.<i>Facet</i>.23, <i>Mart.Pol</i>.13.1<br /><b class="num">•</b>en casas particulares <i>PSI</i> 547.27 (III a.C.), <i>PMich.Zen</i>.38.33, 60 (I d.C.), ἰδίου βαλ(ανείου) <i>PLond</i>.1121b.5 (II d.C.)<br /><b class="num">•</b>τὸ Βαλανεῖον tít. de una comedia de Anfis, Ath.123e<br /><b class="num">•</b>de otra de Timocles, Poll.10.154<br /><b class="num">•</b>de otra de Dífilo, Ath.446d.<br /><b class="num">2</b> [[baño]] que se toma οὔτε γὰρ βαλανείου ... οὔτε λόγου μὴ καθαίροντος ὄφελός ἐστιν Aristo <i>Stoic</i>.1.88, κενωτέον ... καταπλάσμασι καὶ βαλανείοις Gal.11.46, ὅθεν δὴ καὶ ἐπιμηχανῶνται αὐτοῖς καὶ σιτία πονηρὰ καὶ βαλανεῖα τούτων χάριν D.Chr.6.11, τὸ [[βαλανεῖον]] παντὶ τρόπῳ ποίησον ὑποκαυθῆναι <i>PFlor</i>.127.4 (III d.C.)<br /><b class="num">•</b>fig. [[βαλανεῖον]] [[γάρ]] ἐστιν ἡ [[Ἐκκλησία]] πνευματικόν Chrys.M.61.510.<br /><b class="num">II</b> <b class="num">1</b>[[tasa]] pagada por el clero al estado por la concesión para la explotación de los baños de los templos εἰς διαγρ(αφὴν) τ[ελ(εσμάτων)] βαλανείου <i>BGU</i> 362.6.20 (III d.C.), cf. <i>Ostr</i>.1 p.167-168.<br /><b class="num">2</b> [[impuesto]] para la construcción y mantenimiento de baños públicos <i>PHib</i>.108.7 (III a.C.), en plu. <i>PHib</i>.116.1 (III a.C.), <i>PTeb</i>.5.120 (II a.C.). | |||
}} | }} |
Revision as of 12:07, 21 August 2017
English (LSJ)
τό,
A bath, bathing-room, Ar.Nu.837,1054, etc.; β. δημόσιον BGU1130.9 (i B. C.): more freq. in pl., Ar.Nu.991, Eq.1401, etc. 2 bath taken, Aristo Stoic.1.88, Gal.11.46.—Prose word for poet. λουτρά.
German (Pape)
[Seite 428] τό, Bad, Badstube, Ar. Plut. 535 u. öfter; Plat. Rep. VI, 495 e u. Folgende; Sp. = Badewasser.
Greek (Liddell-Scott)
βᾰλᾰνεῖον: τό, Λατ. balineum, balneum, λουτὴρ ἢ λουτρών, συχνάκις παρὰ κωμ. ὡς ἐν Ἀριστοφ. Νεφ. 837, 1054· συχνότερον κατὰ πληθ., αὐτόθι 991, Ἱππ. 1401, κτλ. 2) λουτρὸν ὅπερ ἔκαμέ τις, Ἀρίστων παρὰ Πλουτ. 2. 42Β, Γαλην. - Ἡ ποιητ. λέξις εἶναι λοετρά, λουτρά, τά.
French (Bailly abrégé)
ου (τό) :
1 bain, salle de bain;
2 bain, eau de bain.
Étymologie: cf. lat. balineum, balneum.
Spanish (DGE)
(βᾰλᾰνεῖον) -ου, τό
• Grafía: graf. βαλανῖον POxy.43 ue.3.24 (III d.C.), βαλανῆον IAssos 16 (II d.C.)
I 1baños, casa de baños τὸ βαλανεῖον ὥρισαν IG 13.402.10 (V a.C.), εἰς βαλανεῖον ἦλθε λουσόμενος Ar.Nu.837, cf. 991, 1054, Pl.535, Com.Adesp. en CGFP 260.9, Pl.R.495e, Is.5.24, 6.33, λοῦσθαι ἐν βαλανείῳ D.50.35, 54.10, τὰ ἀλειπτήρια καὶ τὰ βαλανεῖα Thphr.Ign.13, cf. Plb.24.7.6, Diog.Oen.2.3.11, ἐν ... γυμνασίοις καὶ ἐν τοῖς βαλανείοις IEphesos 661.23 (II d.C.), ἐλούετο τοῖς δημοσίοις βαλανείοις Plb.26.1.12, cf. D.Chr.47.17, Alciphr.3.7.1, Philostr.VS 548, προήγαγε ... εἰς τὸ βαλανεῖον Charito 2.2.2
•en época romana termas εἶδεν ἐν οἰκίᾳ Δομετιανοῦ στοὰν ἢ βασιλικὴν ἢ β. Plu.Publ.15, cf. 2.61c, ὁ δὲ κόλαξ εἰς τὸ β. ἕλκει Plu.2.62a, εἰς τὸ ἐν [τῷ] γυμν[ασί] ῳ [βα] λανεῖον PLond.1166.6 (I d.C.), εἰς τὸ Χαριδήμου β. PLond.897.17 (I d.C.), cf. 1178.79 (II d.C.), SB 9699.24 (I d.C.), 9653.8, 11 (II d.C.), 9921.6 (III d.C.), εἴ τις ἐκ τοῦ βαλανείου τι κλέψι (sic) TAM 5.159 (Saitas II d.C.), IStratonikeia 701.12 (II d.C.), IEphesos 672.14 (II d.C.), 1104.5 (III d.C.), cf. Hierocl.Facet.23, Mart.Pol.13.1
•en casas particulares PSI 547.27 (III a.C.), PMich.Zen.38.33, 60 (I d.C.), ἰδίου βαλ(ανείου) PLond.1121b.5 (II d.C.)
•τὸ Βαλανεῖον tít. de una comedia de Anfis, Ath.123e
•de otra de Timocles, Poll.10.154
•de otra de Dífilo, Ath.446d.
2 baño que se toma οὔτε γὰρ βαλανείου ... οὔτε λόγου μὴ καθαίροντος ὄφελός ἐστιν Aristo Stoic.1.88, κενωτέον ... καταπλάσμασι καὶ βαλανείοις Gal.11.46, ὅθεν δὴ καὶ ἐπιμηχανῶνται αὐτοῖς καὶ σιτία πονηρὰ καὶ βαλανεῖα τούτων χάριν D.Chr.6.11, τὸ βαλανεῖον παντὶ τρόπῳ ποίησον ὑποκαυθῆναι PFlor.127.4 (III d.C.)
•fig. βαλανεῖον γάρ ἐστιν ἡ Ἐκκλησία πνευματικόν Chrys.M.61.510.
II 1tasa pagada por el clero al estado por la concesión para la explotación de los baños de los templos εἰς διαγρ(αφὴν) τ[ελ(εσμάτων)] βαλανείου BGU 362.6.20 (III d.C.), cf. Ostr.1 p.167-168.
2 impuesto para la construcción y mantenimiento de baños públicos PHib.108.7 (III a.C.), en plu. PHib.116.1 (III a.C.), PTeb.5.120 (II a.C.).