ἀλλαχοῦ
οὐ γὰρ ἀργίας ὤνιον ἡ ὑγίεια καὶ ἀπραξίας, ἅ γε δὴ μέγιστα κακῶν ταῖς νόσοις πρόσεστι, καὶ οὐδὲν διαφέρει τοῦ τὰ ὄμματα τῷ μὴ διαβλέπειν καὶ τὴν φωνὴν τῷ μὴ φθέγγεσθαι φυλάττοντος ὁ τὴν ὑγίειαν ἀχρηστίᾳ καὶ ἡσυχίᾳ σῴζειν οἰόμενος → for health is not to be purchased by idleness and inactivity, which are the greatest evils attendant on sickness, and the man who thinks to conserve his health by uselessness and ease does not differ from him who guards his eyes by not seeing, and his voice by not speaking
English (LSJ)
Adv.
A elsewhere, S.OC43, X.HG 2.3.20; ἄγωμεν ἀ. Ev.Marc.1.38, cf. Arr.Epict.3.26.4.—These forms are censured by Moer.11 as less Att. than ἄλλοθεν, ἄλλοθι, ἄλλοσε.
German (Pape)
[Seite 102] anderswo, Soph. O. C. 34; Xen. Hell. 2, 3, 20. Alle diese Formen tadeln die Atticisten.
French (Bailly abrégé)
adv.
c. ἀλλαχῇ.
Étymologie: ἄλλος, -αχοῦ.
Spanish (DGE)
(ἀλλᾰχοῦ)
adv.
1 en otro sitio εἴρηται ... κατὰ βραχὺ ἄλλῳ ἀλλαχοῦ Hippias B 6, ἄλλα δ' ἀλλαχοῦ καλά en cada sitio se consideran buenas cosas diferentes S.OC 43, op. ἐν τῇ ἀγορᾷ X.HG 2.3.20, ποῦ γὰρ ἀλλαχοῦ φιλία ἢ ὅπου πίστις; ¿pues en qué otro sitio (estará) la amistad sino donde está la lealtad? Arr.Epict.2.22.30, ὅτι πασῶν [λει] τουργιῶ[ν] ἀφθείθημεν (l. ἀφείθημεν) τῶν ἀλλαχοῦ que fuimos eximidos de todas las liturgias de otros lugares, BGU 1022.8 (II a.C.).
2 c. verb. de direcc. a otra parte ἄγωμεν Eu.Marc.1.38, στρατιῶται ἀλλαχοῦ πεμπόμενοι IGBulg.4.2236.45 (III a.C.), λιμὸς ἀλλαχοῦ που φέρει; Arr.Epict.3.26.4.
Greek Monolingual
ἀλλαχοῦ επίρρ. (ΑΜ)
κάπου αλλού, σε άλλο τόπο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. της λ. άλλος με ουρανικό πρόσφυμα -αχ- (πρβλ. ἀλλαχή) + επίρρ. κατάλ. -ου].
Russian (Dvoretsky)
ἀλλᾰχοῦ: adv. в другом месте Soph., Xen.