νεκυομαντεῖον
διὸ καὶ μεταλάττουσι τὴν φυσικὴν χρῆσιν εἰς τὴν παρὰ φύσιν αἱ δοκοῦσαι παρθένοι τῶν εἰδώλων → therefore those professing to be virgins of the idols even change the natural use into the unnatural (Origen, commentary on Romans 1:26)
English (LSJ)
Ion. νεκῠομαντ-ήϊον, τό,
A oracle of the dead, where ghosts were called up, Hdt.5.92. ή, Cic.Tusc.1.16.37, D.S.4.22, Plu.Cim.6, Paus.9.30.6: in pl., PMag.Lond.121.285.
German (Pape)
[Seite 238] τό, = νεκρομαντεῖον; Her. 5, 92, 7, in der ion. Form νεκυομαντήϊον; Plut. Cimon 6 u. a. Sp., vgl. B. A. 414.
Greek (Liddell-Scott)
νεκυομαντεῖον: Ἰων. -ήιον, τό, μαντεῖον τῶν νεκρῶν, τόπος ἔνθα οἱ νεκροὶ ἀνεβιβάζοντο καὶ ἠρωτῶντο, Ἡρόδ. 5. 92, 7, Διόδ. 4. 22, Πλουτ. Κίμ. 6· ἐφθαρμένως νεκυμάντιον παρὰ Παυσ. 9. 30, 6.
French (Bailly abrégé)
ου (τό) :
lieu où l’on évoque les morts.
Étymologie: νέκυς, μαντεία.
Greek Monolingual
νεκυομαντεῑον, ιων. τ. νεκυομαντήϊον, τὸ (Α)
το νεκρομαντείο, το μαντείο όπου προσκαλούσαν τα πνεύματα τών νεκρών για να μαντεύσουν τα μέλλοντα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νέκυς, -υος «νεκρός» + μαντεῖον.
Greek Monotonic
νεκυομαντεῖον: τό, Ιων. -ήϊον, μαντείο των νεκρών, τόπος όπου τα πνεύματα των νεκρών καλούνταν από τον Κάτω Κόσμο για να προφητεύσουν το μέλλον, σε Ηρόδ.