συγκίνημα

From LSJ
Revision as of 12:35, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (39)

τίς γὰρ ἁδονᾶς ἄτερ θνατῶν βίος ποθεινὸς ἢ ποία τυραννίς; τᾶς ἄτερ οὐδὲ θεῶν ζηλωτὸς αἰών → What human life is desirable without pleasure, or what lordly power? Without it not even the life of the gods is enviable.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συγκῑνημα Medium diacritics: συγκίνημα Low diacritics: συγκίνημα Capitals: ΣΥΓΚΙΝΗΜΑ
Transliteration A: synkínēma Transliteration B: synkinēma Transliteration C: sygkinima Beta Code: sugki/nhma

English (LSJ)

ατος, τό,

   A commotion, S.E.M.9.170 (but f.l. for κίνημα).

German (Pape)

[Seite 967] τό, das Mitbewegte; auch = Folgdm, Schol. Aesch. Pers. 412.

Greek (Liddell-Scott)

συγκίνημα: [ῑ], τό, συγκίνησις, Σέξτ. Ἐμπ. π. Μ. 9. 170 (διάφ. γραφ. κίνημα).

Greek Monolingual

τὸ, Α συγκινῶ
ταυτόχρονη κίνηση.

Greek Monolingual

τὸ, Α συγκινῶ
ταυτόχρονη κίνηση.