συντερετίζω

From LSJ
Revision as of 01:35, 10 January 2019 by Spiros (talk | contribs) (1b)

ἤτοι ἐμοὶ τρεῖς μὲν πολὺ φίλταταί εἰσι πόληες Ἄργός τε Σπάρτη τε καὶ εὐρυάγυια Μυκήνη → The three cities I love best are Argos, Sparta, and Mycenae of the broad streets

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συντερετίζω Medium diacritics: συντερετίζω Low diacritics: συντερετίζω Capitals: ΣΥΝΤΕΡΕΤΙΖΩ
Transliteration A: synteretízō Transliteration B: synteretizō Transliteration C: synteretizo Beta Code: suntereti/zw

English (LSJ)

   A whistle an accompaniment, Thphr.Char.19.10.

Greek (Liddell-Scott)

συντερετίζω: ὁμοῦ τερετίζω, αὐλούμενος… συντερετίζειν Θεοφρ. Χαρ. 21, Schneid.

French (Bailly abrégé)

accompagner en fredonnant.
Étymologie: σύν, τερετίζω.

Greek Monolingual

Α
τερετίζω συγχρόνως.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + τερετίζω «κελαηδώ, τιτιβίζω»].

Greek Monotonic

συντερετίζω: παίζω τον αυλό μαζί με άλλους, με συνοδεία άλλων αυλητών, σε Θεόφρ.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

συντερετίζω [σύν, τερετίζω] mee neuriën. Thphr. Char. 19.10.

Middle Liddell


to whistle an accompaniment, Theophr.