ἀπενιαύτησις
ὁ Σιμωνίδης τὴν μὲν ζωγραφίαν ποίησιν σιωπῶσαν προσαγορεύει, τὴν δὲ ποίησιν ζωγραφίαν λαλοῦσαν → Simonides relates that a picture is a silent poem, and a poem a speaking picture | Simonides, however, calls painting inarticulate poetry and poetry articulate painting
English (LSJ)
εως, ἡ,
A banishment for a term of years, τριετεῖς ἀ. ib.868e (v.l.-ισις).
German (Pape)
[Seite 286] ἡ, Verbannung (auf ein Jahr), Plat. Legg. IX, 868 e τριετεῖς; nur eine Handschrift hat ἀπενιαύτισις.
Greek (Liddell-Scott)
ἀπενιαύτησις: -εως, ἡ, ἐξορία, ἐπὶ ἕν ἔτος, Πλάτ. Νόμ. 868D (διάφ. γραφ. ἀπενιαύτισις). Ὡσαύτως -τισμός ὁ, «ἀπενιαυτισμός, ἡ εἰς ἐνιαυτὸν φυγὴ τοῖς φόνον δράσασιν» Ἡσύχ., Α. Β. 421. 18, Ἐτυμ. Μ. σ. 120. 17.
Spanish (DGE)
-εως, ἡ exilio por un año τριετεῖς ἀ. Pl.Lg.868e.
Greek Monolingual
ἀπενιαύτησις, η απενιαυτώ κ. ἀπενιαύτισις, η απενιαυτίζω
εξορία για ορισμένο χρονικό διάστημα, κυρίως για ένα έτος.
Russian (Dvoretsky)
ἀπενιαύτησις: εως ἡ досл. годичное изгнание, перен. изгнание Plat.