Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

σπερματίας

From LSJ
Revision as of 19:25, 7 July 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b class="b3">(\w+)<\/b>" to "$1")

Ζῆν οὐκ ἄξιος, ὅτῳ μηδὲ εἷς ἐστι χρηστὸς φίλοςLife is not worth living if you do not have at least one friend.

Democritus, DK 68b22
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σπερμᾰτίας Medium diacritics: σπερματίας Low diacritics: σπερματίας Capitals: ΣΠΕΡΜΑΤΙΑΣ
Transliteration A: spermatías Transliteration B: spermatias Transliteration C: spermatias Beta Code: spermati/as

English (LSJ)

σικυός, ὁ, a cucumber or gourd

   A left to ripen for seed, opp. εὐνουχίας, Cratin.136.

German (Pape)

[Seite 920] ὁ, σικυός, Saamengurke, dem εὐνουχίας entggstzt, Cratin. bei Ath. II, 68 c.

Greek (Liddell-Scott)

σπερμᾰτίας: σικυός, ὁ, ἀγγούριον ἢ κολοκύνθιον ἀφιέμενον νὰ ὡριμάσῃ πρὸς συλλογὴν σπόρων, ἀντίθετον τῷ εὐνουχίας, Κρατῖν. ἐν «Ὀδυσσεῦσιν» 8, Ἡσύχ.

Greek Monolingual

ὁ, ΝΜΑ
καρπός που αφήνεται να ωριμάσει πάνω στο φυτό για να κρατηθούν, για σπορά, οι σπόροι του, αλλ. σπορίτης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σπέρμα, -ατος + κατάλ. -ίας (πρβλ. καρκιν-ίας)].