συνεκδρομικῶς

From LSJ
Revision as of 07:55, 12 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

τοῖς πράγμασιν γὰρ οὐχὶ θυμοῦσθαι χρεών· μέλει γὰρ αὐτοῖς οὐδέν· ἀλλ' οὑντυγχάνων τὰ πράγματ' ὀρθῶς ἂν τιθῇ, πράξει καλῶς → It does no good to rage at circumstance; events will take their course with no regard for us. But he who makes the best of those events he lights upon will not fare ill.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συνεκδρομικῶς Medium diacritics: συνεκδρομικῶς Low diacritics: συνεκδρομικώς Capitals: ΣΥΝΕΚΔΡΟΜΙΚΩΣ
Transliteration A: synekdromikō̂s Transliteration B: synekdromikōs Transliteration C: synekdromikos Beta Code: sunekdromikw=s

English (LSJ)

Adv.    A approximately, λέγειν Sch.Iamb. in Nic.p.131 P., Sch. Th. 1.10.

German (Pape)

[Seite 1012] εἰπεῖν, im Allgemeinen sprechen, Schol. Thuc.

Greek Monolingual

Α
επίρρ.
1. κατ' αναλογία
2. κατά προσέγγιση
3. συνεκδοχικά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συνεκδρομή «αναλογία» + επιρρμ. κατάλ. -ικῶς μέσω ενός αμάρτυρου επίθ. συνεκδρομικός].

Greek Monolingual

Α
επίρρ.
1. κατ' αναλογία
2. κατά προσέγγιση
3. συνεκδοχικά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συνεκδρομή «αναλογία» + επιρρμ. κατάλ. -ικῶς μέσω ενός αμάρτυρου επίθ. συνεκδρομικός].