βιβλιογραφία

From LSJ
Revision as of 20:20, 29 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   " to "")

ὕπνος δεινὸν ἀνθρώποις κακόνsleep is a terrible evil for humans (Menander, Sententiae monostichoi 1.523)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: βιβλιογρᾰφία Medium diacritics: βιβλιογραφία Low diacritics: βιβλιογραφία Capitals: ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Transliteration A: bibliographía Transliteration B: bibliographia Transliteration C: vivliografia Beta Code: bibliografi/a

English (LSJ)

ἡ, A writing of books, Dsc.1.85, D.L.7.36.

German (Pape)

[Seite 444] ἡ, das Bücherschreiben, D. I. 7, 36.

Spanish (DGE)

-ας, ἡ escritura de libros Dsc.1.85, D.L.7.36.

Greek Monolingual

η (AM βιβλιογραφία)
νεοελλ.
1. η αναγραφή, ο καταρτισμός πίνακα βιβλίων ή πραγματειών με το όνομα του συγγραφέα, τον τίτλο, τον τόπο και τον χρόνο της έκδοσης
2. κατάλογος βιβλίων
3. το σύνολο των βιβλίων και πραγματειών που αναφέρονται σε κάποιο θέμα
αρχ.-μσν.
γραφή ή αντιγραφή βιβλίων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < βιβλιογράφος. Η λ. εισήχθη και στην ξένη ορολογία
πρβλ. αγγλ. bibliography, γαλλ. bibliographie, γερμ. Bibliographie].

Russian (Dvoretsky)

βιβλιογρᾰφία: ἡ писание или переписка книг Diog. L.