περαίας

From LSJ
Revision as of 13:16, 28 December 2020 by Spiros (talk | contribs)

κάμψαι διαύλου θάτερον κῶλον πάλινbend back along the second turn of the race, turning the bend and coming back for the second leg of the double run, run the homeward course, retrace one's steps

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περαίας Medium diacritics: περαίας Low diacritics: περαίας Capitals: ΠΕΡΑΙΑΣ
Transliteration A: peraías Transliteration B: peraias Transliteration C: peraias Beta Code: perai/as

English (LSJ)

ου, ὁ, a kind of    A mullet (κεστρεύς) found beyond, i. e. at a distance from, the bank, opp. πρόσγειος, Arist.HA591a23.

German (Pape)

[Seite 562] ὁ, eine Art des Fisches κεστρεύς, mugil, Arist. H. A. 8, 2, eigtl. der sich jenseits des Ufers, fern vom Ufer aufhält, Ggstz πρόσγειος.

Greek (Liddell-Scott)

περαίας: -ου, ὁ, εἶδος κεστρέως, ὁ εὑρισκόμενος πέρα, δηλ. μακρὰν ἀπὸ τῆς γῆς, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ πρόσγειος, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 8. 2, 26.

Greek Monolingual

-ου, ὁ, Α
είδος του ψαριού κεστρεύς το οποίο ζει πέρα από την ακτή, δηλαδή στα βαθιά νερά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < περαῖος + κατάλ. -ας].

Russian (Dvoretsky)

περαίας: ου ὁ кефаль Arst.