νευρολάλος
ἰχθύς ἐκ τῆς κεφαλῆς ὄζειν ἄρχεται → the fish stinks from the head, a fish rots from the head down, the fish rots from the head down, fish begin to stink at the head, the fish stinks first at the head, corruption starts at the top, the rot starts at the top
English (LSJ)
[ᾰ], ον, A with sounding strings, χορδή AP9.410 (Tull. Sab.).
Greek (Liddell-Scott)
νευρολάλος: [ᾰ], -ον, ὁ ἔχων νεῦρα ἠχοῦντα, χορδὴ Ἀνθ. Π. 9. 410.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
aux cordes sonores.
Étymologie: νεῦρον, λαλέω.
Greek Monolingual
νευρολάλος, -ον (Α)
αυτός που ηχεί με νευρά ή σαν νευρά («χορδή νευρολάλος», Ανθ. Παλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < νευρά «χορδή» + -λάλος (< λαλῶ), πρβλ. θρηνολάλος.
Greek Monotonic
νευρολάλος: [ᾰ], -ον, αυτός που έχει χορδές, τεντωμένα νεύρα που παράγουν ήχο, σε Ανθ.
Russian (Dvoretsky)
νευρολάλος: (ᾰ) с говорящими волокнами, т. е. певучий (χορδή Anth.).
Middle Liddell
νευρο-λᾰ́λος, ον,
with sounding strings, Anth.