λυρῳδός

From LSJ
Revision as of 03:35, 24 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

Σωτηρίας σημεῖον ἥμερος τρόπος → Auf Rettung deutet kultivierte Lebensart → Ein Hinweis auf die Rettung ist die sanfte Art

Menander, Monostichoi, 478
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λῠρῳδός Medium diacritics: λυρῳδός Low diacritics: λυρωδός Capitals: ΛΥΡΩΔΟΣ
Transliteration A: lyrōidós Transliteration B: lyrōdos Transliteration C: lyrodos Beta Code: lurw|do/s

English (LSJ)

v. λυραοιδός.

Greek (Liddell-Scott)

λῠρῳδός: ὁ, συνῃρ. ἀντὶ λυραοιδός, ὃ ἴδε.

French (Bailly abrégé)

v. λυραοιδός.

Greek Monolingual

λυρῳδός, ασυναίρ. τ. λυραοιδός, ὁ (Α)
αυτός που τραγουδά με μουσική υπόκρουση λύρας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λύρα + -ῳδός (< ἀοιδός < ἀείδω «τραγουδώ»), πρβλ. κιθαρωδός, τραγωδός].

Greek Monotonic

λῠρῳδός: συνηρ. αντί λυρ-αοιδός.

Russian (Dvoretsky)

λῠρῳδός: ὁ и ἡ стяж. = λυραοιδός.