τούτων γάρ ὄνομα μόνον κοινόν, ὁ δέ κατά τοὔνομα λόγος τῆς οὐσίας ἕτερος → though they have a common name, the definition corresponding with the name differs for each (Aristotle, Categoriae 1a3-4)
Full diacritics: πανάγορσις | Medium diacritics: πανάγορσις | Low diacritics: πανάγορσις | Capitals: ΠΑΝΑΓΟΡΣΙΣ |
Transliteration A: panágorsis | Transliteration B: panagorsis | Transliteration C: panagorsis | Beta Code: pana/gorsis |
-εως, ἡ, = παναγορία, ib.26.
πανάγορσις: ἡ, = πανήγυρις, λέξις Ἀρκαδικ., BCH XIII 281, 26.
πανάγορσις, ἡ (Α)
(αρκαδ. λ.) πανήγυρη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παν- + συνεσταλμένη βαθμίδα ἀγορ- του ἀγείρω (βλ. λ. παναγορία) + επίθημα -σις].