σύμπληξις

From LSJ
Revision as of 14:50, 2 September 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(:''' εως ἡ) ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z\(])" to "$1 $2 $3")

Στέργει γὰρ οὐδεὶς ἄγγελον κακῶν ἐπῶν → No one loves the bearer of bad news

Sophocles, Antigone, 277
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σύμπληξις Medium diacritics: σύμπληξις Low diacritics: σύμπληξις Capitals: ΣΥΜΠΛΗΞΙΣ
Transliteration A: sýmplēxis Transliteration B: symplēxis Transliteration C: sympliksis Beta Code: su/mplhcis

English (LSJ)

εως, ἡ, collision, Demetr.Eloc.207; concurrence, τῶν δύο [ὀνομάτων] ib.105.

German (Pape)

[Seite 988] ἡ, das Zusammenschlagen, -stoßen, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

σύμπληξις: ἡ σύγκρουσις, φευκτέον τὰς τῶν μακρῶν στοιχείων συμπλήξεις Δημ. Φαληρ. § 207, 299· πρβλ. συμπίλησις.

French (Bailly abrégé)

εως (ἡ) :
choc, conflit.
Étymologie: σύν, πλήσσω.

Greek Monolingual

-ήξεως, ἡ, Α πλῆξις
1. σύγκρουση
2. συμφωνία, σύμπραξη.

Russian (Dvoretsky)

σύμπληξις: εως ἡ столкновение Arst., Plut.