δεκάτη
κόραξ δ' ἐπαίνῳ καρδίην ἐχαυνώθη → the flattered crow was filled with pride, the flattered crow became elate in heart
English (LSJ)
ἡ, v. δέκατος.
German (Pape)
[Seite 543] ἡ, 1) der zehnte Theil, der Zehend, Her. 4, 152; Xen. Hell. 4, 8, 27; von Seezöllen Dem. 20, 60. – 2) das Fest der Namengebung am zehnten Tage nach der Geburt, δεκάτην θύειν Ar. Av. 922; τὴν δεκάτην ὁ πατὴρ ἐμοὶ ποιῶν τοὔνομα τοῦτο ἔθετο Dem. 39, 20; δεκάτην ὑπέρ τινος ἑστιᾶσαι 40, 28; vgl. Is. 3, 30.
French (Bailly abrégé)
ης (ἡ) :
v. δέκατος.
Greek (Liddell-Scott)
δεκάτη: ἡ, ἴδε ἐν λ. δέκατος.
English (Strong)
feminine of δέκατος; a tenth, i.e. as a percentage or (technically) tithe: tenth (part), tithe.
Greek Monolingual
η
βλ. δέκατος.
Greek Monotonic
δεκάτη: ἡ, βλ. δέκατος II.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
δεκάτη -ης, ἡ zie δέκατος.
Russian (Dvoretsky)
δεκάτη: (ᾰ) ἡ1) (sc. μερίς или μοῖρα) десятая часть (τῶν χρημάτων Her.);
2) налог или пошлина в 10% стоимости (τὴν δεκάτην ἀποδόσθαι Xen., Dem.; ἐκφόριον ἢ δ. Arst.);
3) культ. десятина (τῇ θεῷ τὰς δεκάτας ἐξαιρεῖσθαι Lys.);
4) (sc. ἡμέρα) деката, день наречения имени (10-й день после рождения ребенка, когда ему давалось имя) (τὴν δεκάτην θύειν Arph. и ποιεῖν Dem.): τὴν δεκάτην ἑστιᾶσαι ὑπέρ τινος Dem. справлять день чьих-л. именин.
Middle Liddell
v. δέκατος II.