Κυκλοβόρος
διὸ δὴ πᾶς ἀνὴρ σπουδαῖος τῶν ὄντων σπουδαίων πέρι πολλοῦ δεῖ μὴ γράψας ποτὲ ἐν ἀνθρώποις εἰς φθόνον καὶ ἀπορίαν καταβαλεῖ → And this is the reason why every serious man in dealing with really serious subjects carefully avoids writing, lest thereby he may possibly cast them as a prey to the envy and stupidity of the public | Therefore every man of worth, when dealing with matters of worth, will be far from exposing them to ill feeling and misunderstanding among men by committing them to writing
English (LSJ)
ὁ, torrent in Attica, κεκράκτης, Κυκλοβόρου φωνὴν ἔχων Id.Eq.137; ᾤμην δ' ἔγωγε τὸν K. κατιέναι Id.Fr.636.
Greek (Liddell-Scott)
Κυκλοβόρος: ὁ, χαράδρα, χείμαρρος ἐν Ἀττικῇ ῥέων μετὰ πολλοῦ ψόφου, κεκράκτης, Κυκλοβόρου φωνὴν ἔχων Ἀριστοφ. Ἱππ. 137· ᾤμην δ’ ἔγωγε τὸν Κ. κατιέναι ὁ αὐτ. ἐν Ἀποσπ. 539· ἴδε ἐν λέξ. χαράδρα. (Πιθ. ἐκ √ΒΟΡ, βιβρώσκω).
French (Bailly abrégé)
ου (ὁ) :
Cycloborus, torrent de l'Attique.
Étymologie: κύκλος, βιβρώσκω.
Greek Monotonic
Κυκλοβόρος: -ου, ὁ (βι-βρώσκω)· Κυκλόβορος, χείμαρρος στην Αττική, σε Αριστοφ.
Russian (Dvoretsky)
Κυκλοβόρος: ὁ Киклобор, «Пожирающий все вокруг» (бурный поток в Аттике): Κυκλοβόρου φωνὴν ἔχων Arph. имеющий голос Киклобора, т. е. ревущий как Киклобор.
Middle Liddell
Κυκλο-βόρος, ου, βιβρώσκω
Cycloborus, a torrent in Attica, Ar.