τετραοίδιος

From LSJ
Revision as of 16:10, 3 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")

Μιμοῦ τὰ σεμνά, μὴ κακῶν μιμοῦ τρόπους → Graves imitatormores, ne imitator malos → Das Edle nimm zum Vorbild, nicht der Schlechten Art

Menander, Monostichoi, 336
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τετρᾰοίδιος Medium diacritics: τετραοίδιος Low diacritics: τετραοίδιος Capitals: ΤΕΤΡΑΟΙΔΙΟΣ
Transliteration A: tetraoídios Transliteration B: tetraoidios Transliteration C: tetraoidios Beta Code: tetraoi/dios

English (LSJ)

ον, of four notes, in Music, name of a Νόμος of Terpander, Plu.2.1132d.

German (Pape)

[Seite 1098] von viererlei Melodie, Plut.

Russian (Dvoretsky)

τετραοίδιος: четырехнотный (ὁ κιθαρῳδίας νόμος Plut.).

Greek (Liddell-Scott)

τετραοίδιος: -ον, σύνθετος ἐκ τεσσάρων ῥυθμῶν, ἐν τῇ μουσικῇ, Πλούτ. 2. 1132D, ἴσως διορθωτ. τετραῴδιος.

Greek Monolingual

-ον, Α
(ως ονομασία νόμου του Τερπάνδρου) ο σύνθετος από τέσσερεις ρυθμούς, αυτός που έχει μελωδία τεσσάρων ειδών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α)- + ἀοιδή «ωδή, τραγούδι» + κατάλ. -ιος].