ἀκύκλιος
εἰ ἀποκρυπτόντων τῶν Μήδων τὸν ἥλιον ὑπὸ σκιῇ ἔσοιτο πρὸς αὐτοὺς ἡ μάχη καὶ οὐκ ἐν ἡλίῳ → if the Medes hid the sun, the battle would be to them in the shade and not in the sun
English (LSJ)
ον, one who has not gone the round of studies, opp. ἐγκύκλιος, Pl.Com.227. ἀκύκλωτος, ον, not surrounded, Tz.H. 8.596. ἀκυλαῖον, τό, = ἄκυλος, Orac. ap. Eus.PE4.20. ἀκυλεής· ἀετός, Hsch.
Spanish (DGE)
-ον
que no tiene una formación completa, ignorante Pl.Com.251.
Greek (Liddell-Scott)
ἀκύκλιος: -ον, ὁ μὴ διελθὼν τὸν κύκλον τῶν σπουδῶν, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ ἐγκύκλιος, Πλάτ. Κωμ. Ἄδηλ. 62.
Greek Monolingual
ἀκύκλιος, -ον (Α) κύκλιος
αυτός που δεν έχει κάνει τον κύκλο τών σπουδών του (αντίθ. του εγκύκλιος).
German (Pape)
der den gewöhnlichen Jugendunterricht nicht durchgemacht, im Gegensatz des ἐγκύκλιος, Plat. com. bei B.A. 373 = ἀπαίδευτος.