πόκα

From LSJ
Revision as of 09:37, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

καλῶς γέ μου τὸν υἱὸν ὦ Στιλβωνίδη εὑρὼν ἀπιόντ' ἀπὸ γυμνασίου λελουμένον οὐκ ἔκυσας, οὐ προσεῖπας, οὐ προσηγάγου, οὐκ ὠρχιπέδισας, ὢν ἐμοὶ πατρικὸς φίλος → Ah! Is this well done, Stilbonides? You met my son coming from the bath after the gymnasium and you neither spoke to him, nor kissed him, nor took him with you, nor ever once felt his balls. Would anyone call you an old friend of mine?

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πόκα Medium diacritics: πόκα Low diacritics: πόκα Capitals: ΠΟΚΑ
Transliteration A: póka Transliteration B: poka Transliteration C: poka Beta Code: po/ka

English (LSJ)

ποκά [ᾰ], Dor. for πότε, ποτέ (qq.v.).

German (Pape)

[Seite 653] u. ποκά, dor. statt πότε u. ποτέ, u. eben so durch die ganze verwandte Reihe: ὅκα, ὁπόκα, ὁππόκα, ἄλλοκα.

French (Bailly abrégé)

dor. c. πότε.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

πόκα Dor. voor πότε.

Russian (Dvoretsky)

πόκα: adv. дор. = πότε.

Greek (Liddell-Scott)

πόκα: ἢ ποκὰ [ᾰ], Δώρ. ἀντὶ τοῦ πότε καὶ ποτέ· οὕτω δὲ καὶ τὰ ὅμοια, ὅκα, ὁπόκα, ὁππόκα, ἄλλοκα.

Greek Monolingual

(I)
Α
(δωρ. τ.) βλ. πότε.
(II)
η, Ν
παιχνίδι με χαρτιά που μοιάζει με το πόκερ, με τη διαφορά ότι ενώ σε αυτό όλα τα φύλλα δίνονται κλειστά, στην πόκα δίνεται μόνο το πρώτο κλειστό και τα υπόλοιπα ανοιχτά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. poker].

Greek Monotonic

πόκα: ή ποκά[ᾰ], Δωρ. αντί πότε και ποτέ.