ῥηξικέλευθος

From LSJ
Revision as of 17:00, 8 January 2023 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)btext=(.*?:<br \/>)([\w\s'-]+)\.<br" to "btext=$1]$2.<br")

προγράψαντες οὖν τά τε θεωρήματα καὶ τὰ ἐπιτάγματα τὰ χρεῖαν ἔχοντα εἰς τὰς ἀποδείξιας αὐτῶν μετὰ ταῦτα γραψοῦμές τοι τὰ προκείμενα → having therefore written at the beginning the theorems and the postulates that are necessary for their proofs, we will then write out for you the propositions

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ῥηξικέλευθος Medium diacritics: ῥηξικέλευθος Low diacritics: ρηξικέλευθος Capitals: ΡΗΞΙΚΕΛΕΥΘΟΣ
Transliteration A: rhēxikéleuthos Transliteration B: rhēxikeleuthos Transliteration C: riksikelefthos Beta Code: r(hcike/leuqos

English (LSJ)

ον, opening a path, of Apollo, AP9.525.18.

German (Pape)

[Seite 840] den Weg, die Bahn brechend, Hymn. in Apoll. (IX, 525, 18).

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
]qui ouvre de force un chemin.
Étymologie: ῥήγνυμι, κέλευθος.

Russian (Dvoretsky)

ῥηξῐκέλευθος:пролагающий путь (среди врагов) (Ἀπόλλων Anth.).

Greek (Liddell-Scott)

ῥηξῐκέλευθος: -ον, ὁ ἀνοίγων ὁδόν, ἀνοίγων δρόμον, ἐπὶ τοῦ Ἀπόλλωνος, Ἀνθ. Π. 9. 525, 18.

Greek Monolingual

-η, -ο / ῥηξικέλευθος, -ον, ΝΑ
νεοελλ.
μτφ. αυτός που επιχειρεί με τόλμη κάτι το νέο, ο καινοτόμος («πρότεινε μια ρηξικέλευθη λύση»)
αρχ.
(ως προσωνυμία του Απόλλωνος) αυτός που ανοίγει δρόμο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ῥηξι- (βλ. λ. ῥήγνυμι) + κέλευθος «οδός, δρόμος»].

Greek Monotonic

ῥηξῐκέλευθος: -ον, αυτός που ανοίγει δρόμο, επίθ. του Απόλλωνα, σε Ανθ.

Middle Liddell

ῥηξῐ-κέλευθος, ον,
opening a path, of Apollo, Anth.