κλινίς

From LSJ
Revision as of 08:05, 11 May 2023 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)( [ὁἡ]) ([\p{Cyrillic}\s]+), ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z:\(])" to "$1 $2, $3 $4")

ἰχθύς ἐκ τῆς κεφαλῆς ὄζειν ἄρχεται → the fish stinks from the head, a fish rots from the head down, the fish rots from the head down, fish begin to stink at the head, the fish stinks first at the head, corruption starts at the top, the rot starts at the top

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κλῑνίς Medium diacritics: κλινίς Low diacritics: κλινίς Capitals: ΚΛΙΝΙΣ
Transliteration A: klinís Transliteration B: klinis Transliteration C: klinis Beta Code: klini/s

English (LSJ)

ίδος, ἡ, A = κλινίδιον, Cratin.137, Ar.Th.261. II = ἐπὶ τῆς ἁμάξης νυμφικὴ καθέδρα, Hsch., cf. Poll.10.33.

German (Pape)

[Seite 1454] ίδος, ἡ, dim. zu κλίνη, wie κλινίδιον; Ar. Th. 261; Crstin. bei Poll. 10, 33; nach Sp. u. Hesych. bes. der Sitz der Braut auf dem Wagen, der die Braut heimführt.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

κλινίς -ίδος, ἡ [κλίνη] bed.

Russian (Dvoretsky)

κλῑνίς: ίδος ἡ небольшое ложе, кроватка Arph.

Greek (Liddell-Scott)

κλῑνίς: -ίδος, ἡ, = κλινίδιον, Κρατῖνος ἐν «Ὀδυσσεῦσι» 10, Ἀριστοφ. Θεσμ. 261· πρβλ. Πολυδ. Ι΄, 33, Ἡσύχ.

Greek Monolingual

κλινίς, -ίδος, ἡ (Α)
1. κλινάριον
2. (κατά τον Πολυδ., τον Ησύχ. και τον Φώτ.) το κάθισμα της άμαξας στο οποίο καθόταν η νύφη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κλίνη + υποκορ. κατάλ. -ίς / -ίδος (πρβλ. δεσμίς, στομίς)].