ἐπαποπνίγω
ἐπεὰν νῶτον ὑὸς δελεάσῃ περὶ ἄγκιστρον, μετιεῖ ἐς μέσον τὸν ποταμόν, ὁ κροκόδειλος ἵεται κατὰ τὴν φωνήν, ἐντυχὼν δὲ τῷ νώτῳ καταπίνει → when he has baited a hog's back onto a hook, he throws it into the middle of the river, ... the crocodile lunges toward the voice of a squealing piglet, and having come upon the hogback, swallows it
English (LSJ)
[ῑ], choke besides:—Pass., aor. 2 ἐπαποπνῐγείης may you be choked besides, Ar.Eq.940 (Elmsl. for ἀποπν-).
Greek (Liddell-Scott)
ἐπαποπνίγω: ῑ, ἀποπνίγω ἐπί τινι. - Παθ. ἀόρ. β΄, ἐσθίων ἐπαποπνῐγείης, εἴθε ν’ ἀποπνιγῆς ἐν τῷ ἐσθίειν, ἐνῷ τρώγεις, Ἀριστοφ. Ἱππ. 940 (κατὰ διόρθ. Elmsl. ἀντὶ ἀποπνι-).
Greek Monolingual
ἐπαποπνίγω (Α)
1. πνίγω επί πλέον, πνίγω για κάτι
2. μέσ. ἐπαποπνίγομαι
πνίγομαι, αποπνίγομαι («ἐσθίων άποπνιγείης» — είθε να πνιγείς τρώγοντας).
Greek Monotonic
ἐπαποπνίγω: [ῑ], πνίγω εκτός των άλλων — Παθ., ευκτ. αορ. βʹ, ἐπαποπνῐγείης, μακάρι και να πνιγείς, σε Αριστοφ.
Middle Liddell
to choke besides:—Pass. aor2 opt., ἐπαποπνῐγείης, may you be choked besides, Ar.