ἀποσκεδάννυμι
τὰ δὲ πεπερασμένα πεπερασμενάκις ἀνάγκη πεπεράνθαι πάντα → and the product of a finite number of things taken in a finite number of ways must always be finite
English (LSJ)
or -ύω, fut. -σκεδάσω, contr.
A -σκεδω S.OT138 (poet. also ἀποκεδ- A.R.3.1360, tm.):—scatter abroad, disperse, ἄλλους μὲν ἀπεσκέδασεν βασιλῆας Il.19.309; ψυχὰς μὲν ἀπεσκέδασ' ἄλλυδις ἄλλῃ Od.11.385; σκέδασον δ' ἀπὸ κήδεα θυμοῦ 8.149; ἀ.μύσος S.l.c.; ἀντιπάλων ὕβριν ἀπεσκέδασαν Epigr. ap. D.18.289:—Pass., to be scattered, τῶν ἐκ Τροίης ἀποσκεδασθέντων Hdt.7.91; straggle away from, ἀπὸ τοῦ στρατοπέδου X.An.4.4.9; τῆς φάλαγγος Id.HG5.4.42: —Med., repel and scatter, τὸν τοιόνδε φλύαρον Pl.Ax.365e.
German (Pape)
[Seite 324] (s. σκεδάννυμι), zerstreuen und entlassen, βασιλῆας Il. 19, 309; ψυχὰς ἄλλυδις ἄλλην Od. 11, 385; σκέδασον δ' ἀπὸ κήδεα θυμοῦ, verscheuchen, Od. 8, 149; ἀποσκεδῶ (fut.) μύσος Soph. O. R. 138, Schol. ἀποπέμψω; ἀντιπάλων ὕβριν ep. bei Dem. 18, 289. – Pass., sich zerstreuen u. vom Heere ab kommen, Xen. An. 4, 4, 9. 7, 6, 29 u. öfter. – Med., von sich entfernen, φλύαρον Plat. Ax. 365 e.
Greek (Liddell-Scott)
ἀποσκεδάννῡμι: ἢ -ύω: μέλλ. -σκεδάσω, συνῃρ. -σκεδῶ, Σοφ. Ο.Τ. 138 (ποιητ. ὡσαύτως ἀποκεδ- Ἀπολλ. Ρόδ. Γ. 1360 ἐν τμήσει): ― διασκορπίζω, σκορπίζω εἰς τοὺς ἀνέμους, ἄλλους μὲν ἀπεσκέδασεν βασιλῆας Ἰλ. Τ. 309· ψυχὰς μὲν ἀπεσκέδασ’ ἄλλυδις ἄλλῃ Ὀδ. Λ. 385· σκέδασον δ’ ἀπὸ κήδεα θυμοῦ Θ. 149· ἀπ. μύσος Σοφ. Ο.Τ. 138· ἀντιπάλων ὕβριν ἀποσκεδάσας Ἐπίγραμμα παρὰ Δημ. 322. 9: ― Παθ. διασκορπίζομαι, τῶν ἐκ Τροίης ἀποσκεδασθέντων Ἡρόδ. 7. 91· διασκορπίζομαι μακρὰν ἀπό τινος μέρους, ἀπομακρύνομαι, ἀπὸ τοῦ στρατοπέδου Ξεν. Ἀν. 4. 4, 9· τῆς φάλαγγος ὁ αὐτ. Ἑλλ. 5. 4, 42: ― Μέσ., ἀπωθῶ καὶ διασκορπίζω, ἀποδιώκω, τὸν τοιόνδε φλύαρον Πλάτ. Ἀξ. 365Ε.