διατονικός

From LSJ
Revision as of 07:04, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (9)

ἑτέρως ἠδύνατο βέλτιον ἢ ὡς νῦν ἔχει κατεσκευάσθαι → otherwise they could have been constructed better than they are now (Galen, On the use of parts of the body 4.143.1 Kühn)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διατονικός Medium diacritics: διατονικός Low diacritics: διατονικός Capitals: ΔΙΑΤΟΝΙΚΟΣ
Transliteration A: diatonikós Transliteration B: diatonikos Transliteration C: diatonikos Beta Code: diatoniko/s

English (LSJ)

ή, όν,

   A = διάτονος 11, εἶδος, γένος, Ph.1.321, Aristid. Quint.2.19; διάστημα Cleonid.Harm.5. Adv. -κῶς Nicom.Harm. 11.2.

German (Pape)

[Seite 607] ή, όν, diatonisch; γένος, in der Musik, Arist. Quint. u. a. Mus.

Spanish (DGE)

-ή, -όν
I 1mús. diatónico εἶδος Ph.1.321, γένος Ph.1.245, Dam.Isid.127, διάστημα Cleonid.Harm.5, cf. Ph.1.111, Anon.Bellerm.26.
2 arq. reforzado por perpiaños, opus diatonicum, Plin.HN 36.172, cf. διάτονος.
II adv. -ῶς diatónicamente (λύρα) δ. ... τεταγμένη Nicom.Harm.11.

Greek Monolingual

-ή, -ό (AM διατονικός, -ή, -όν) διάτονος
1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο διατονικό ή στο διάτονο
2. μουσικός όρος που χαρακτηρίζει τις σχέσεις μεταξύ γειτονικών φυσικών φθόγγων στη μείζονα και ελάσσονα κλίμακα, αντίθετα από τη χρωματική κλίμακα
αρχ.
διάτονος.