κρόσσαι

From LSJ
Revision as of 15:32, 15 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (Autenrieth)

ὡς αἰεὶ τὸν ὁμοῖον ἄγει θεὸς ὡς τὸν ὁμοῖον → how God ever brings like men together | birds of a feather flock together | how the god always leads like to like | as ever, god brings like and like together | as always the god brings like to like

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κρόσσαι Medium diacritics: κρόσσαι Low diacritics: κρόσσαι Capitals: ΚΡΟΣΣΑΙ
Transliteration A: króssai Transliteration B: krossai Transliteration C: krossai Beta Code: kro/ssai

English (LSJ)

ῶν, αἱ, prob. =

   A stepped copings of parapets, κρόσσας μὲν πύργων ἔρυον καὶ ἔρειπον ἐπάλξεις Il.12.258; κροσσάων ἐπέβαινον ib.444 (expld. by Aristarch. as scaling ladders).    2 courses, steps of the Pyramids, Hdt.2.125.

Greek (Liddell-Scott)

κρόσσαι: -ῶν, αἱ, ἑρμηνεύεται ἐν τοῖς Ἑνετ. Σχολ. καὶ παρ’ Ἡσύχ. ὡς σημαῖνον ἢ κλίμακας πρὸς ἀνάβασιν ἢ τὰς ἐπὶ τῶν τειχῶν ἐπάλξεις· ἡ πρώτη σημασία θὰ ἠδύνατο νὰ ἁρμόζῃ ἐν Ἰλ. Μ. 444 (κροσσάων ἐπέβαινον), ἀλλ’ ἡ δευτέρα εἶναι ἡ μόνη λογικῶς δυνατὴ ἐν Μ. 258 (κρόσσας μὲν πύργων ἔρυον καὶ ἔρειπον ἐπάλξεις)· παρ’ Ἡροδ. 2. 125, ἡ λέξις σημαίνει τὰς σειρὰς τῶν λίθων ἢ τὰς βαθμίδας τῶν πυραμίδων ἀπὸ τῆς βάσεως μέχρι τῆς κορυφῆς· ὁ αὐτὸς ἑρμηνεύει τὸ κρόσσαι διὰ τῶν λέξεων βωμίδες, ἀναβαθμοί. Ἐκ παραβολῆς πρὸς τὸ κροσσοὶ (θύσανοι), καὶ πρόπροσσος, εἶναι φανερὸν ὅτι ἡ λέξ. κρόσσαι πρέπει νὰ σημαίνῃ πράγματα τοποθετημένα κατὰ κανονικὰ διαστήματα οἷα αἱ βαθμίδες· ἴσως δὲ ἐν σχέσει πρὸς τεῖχος ἐσήμαινεν ἀρχικῶς τὰς βαθμίδας, δι’ ὧν τὰ ὀχυρώματα ἐπεξετείνοντο ἐπὶ τῆς κλιτύος λόφου, ὡς δύναταί τις νὰ ἴδῃ τὸ τοιοῦτον εἰς ἀρχαίας ὠχυρωμένας πόλεις.

French (Bailly abrégé)

ῶν (αἱ) :
pierres saillantes ou corbeaux formant comme un escalier le long d’une construction.
Étymologie: apparenté avec κόρση ; cf. κάρα.

English (Autenrieth)

(cf. κόρση, κάρη): πύργων, walls or breasting of the towers, between foundations and battlements, Il. 12.258, 444.