ψηφιδοφόρος
From LSJ
οἵτινες πόλιν μίαν λαβόντες εὐρυπρωκτότεροι πολύ τῆς πόλεος ἀπεχώρησαν ἧς εἷλον τότε → after taking a single city they returned home, with arses much wider than the city they captured
οἵτινες πόλιν μίαν λαβόντες εὐρυπρωκτότεροι πολύ τῆς πόλεος ἀπεχώρησαν ἧς εἷλον τότε → after taking a single city they returned home, with arses much wider than the city they captured
Full diacritics: ψηφῑδοφόρος | Medium diacritics: ψηφιδοφόρος | Low diacritics: ψηφιδοφόρος | Capitals: ΨΗΦΙΔΟΦΟΡΟΣ |
Transliteration A: psēphidophóros | Transliteration B: psēphidophoros | Transliteration C: psifidoforos | Beta Code: yhfidofo/ros |
ον,
A = ψηφοφόρος, Hdt.6.109.
[Seite 1397] = ψηφοφόρος, Her. 6, 109.
ψηφῑδοφόρος: -ον, = ψηφοφόρος, Ἡρόδ. 6. 109.
ος, ον :
c. ψηφοφόρος.
Étymologie: ψηφίς, φέρω.
-ον, Α
ψηφοφόρος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ψηφίς, -ῖδος + -φόρος].