θῆτα

From LSJ
Revision as of 06:36, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (17)

τὰ σῦκα σῦκα, τὴν σκάφην δὲ σκάφην ὀνομάζειν → call a spade a spade | speak the truth | speak straight from the shoulder | give it straight from the shoulder | give the straight goods | not to mince matters | not to mince words | not mince words | call things by their right names | call a spade a spade and a shovel a shovel | call a shovel a shovel | call a spade a spade, not a big spoon

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: θῆτα Medium diacritics: θῆτα Low diacritics: θήτα Capitals: ΘΗΤΑ
Transliteration A: thē̂ta Transliteration B: thēta Transliteration C: thita Beta Code: qh=ta

English (LSJ)

τό, indecl.,

   A the letter Θ (Hebr. [tnull ]êth), Ar.Ec.685, etc.: gen. θήτατος Democr.20: nom. pl. θήτατες (tetates) Wessely Schrifttaf. zur ält. lat. Paläogr.No.8 (ii A.D.); nickname of Aesop (who was a θής), Ptol. Heph. ap. Phot.Bibl.p.151 B.

German (Pape)

[Seite 1211] τό, indeclin., der Buchstabe θ, Ar. Eccl. 685; Democrit. bildete den gen. θήτατος nach B. A. p. 781, 23.

Greek (Liddell-Scott)

θῆτα: τό, ἄκλ., ἴδε Θ θ· ἀλλὰ γεν. θήτατος, ὡς δέλτατος, Δημόκρ. ἐν Α. Β. 781: ― ὡσαύτως, ὄνομα τοῦ Αἰσώπου (ὅστις ἦτο θής), Φώτ. Βιβλ. 151. 23.

French (Bailly abrégé)

(τό) :
indécl.
thêta, 8ᵉ lettre de l’alphabet grec.
Étymologie: emprunt sém. ; cf. hébr. thêt.

Greek Monolingual

το (Α θῆτα)
(άκλιτο
αλλά στον Δημόκρ. γεν. θήτατος και επιγρ. πληθ. θήτατες)
το ένατο γράμμα του αρχαίου και το όγδοο του νέου ελληνικού αλφαβήτου
αρχ.
ως κύριο όν. Θῆτα
όν. του Αισώπου.
[ΕΤΥΜΟΛ. Σημιτικής προέλευσης (πρβλ. εβρ. teth). Βλ. και εγκυκλ. λήμμα θ].