περιταφρεύω

From LSJ
Revision as of 12:48, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (3b)

οὕτω τι βαθὺ καὶ μυστηριῶδες ἡ σιγὴ καὶ νηφάλιον, ἡ δὲ μέθη λάλον → silence is something profound and mysterious and sober, but drunkenness chatters

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περιταφρεύω Medium diacritics: περιταφρεύω Low diacritics: περιταφρεύω Capitals: ΠΕΡΙΤΑΦΡΕΥΩ
Transliteration A: peritaphreúō Transliteration B: peritaphreuō Transliteration C: peritafreyo Beta Code: peritafreu/w

English (LSJ)

   A surround with a trench, τὴν πόλιν, τὸ στρατόπεδον, Plb.1.48.10. Plu.2.191c ; λόφον App.Pun.72 ; τὴν ἐπαρχίαν Phleg. 36.18 J.:—Pass., στρατοπεδεύεσθαι ἐν περιτεταφρευμένῳ X.Cyr.3.3.28; περιταφρευόμενος ἠνέσχετο Plu.Mar.33.

German (Pape)

[Seite 596] mit einem Graben rings umgeben; τόπος περιτεταφρευμένος, Xen. Cyr. 3, 3, 28; Pol. 1, 48, 10; Plut. Marc. 33.

Greek (Liddell-Scott)

περιταφρεύω: περιβάλλω διὰ τάφρου, τὴν πόλιν, τὸ στρατόπεδον Πολύβ. 1. 48, 10, Πλούτ. 2, 191C· στρατοπεδεύεσθαι ἐν περιτεταφρευμένῳ Ξεν. Κύρ. 3. 3, 28· περιταφρευόμενος ἠνέσχετο Πλουτ. Μάρ. 33.

French (Bailly abrégé)

entourer d’un fossé, acc..
Étymologie: περί, ταφρεύω.

Greek Monolingual

ΝΑ
περιβάλλω με τάφρο, σκάβω τάφρο γύρω από κάτι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < περι- + ταφρεύω «ανοίγω τάφρο»].

Greek Monotonic

περιταφρεύω: περιβάλλω με χαντάκι, σε Πολύβ. — Παθ., ἐν περιτεταφρευμένῳ, σε περιχαρακωμένη, οχυρωμένη γη, σε Ξεν.

Russian (Dvoretsky)

περιταφρεύω: обводить рвом, окапывать (τὴν πόλιν Polyb.; τὸ στρατόπεδον Plut.; στρατοπεδεύεσθαι ἐν περιτεταφρευμένῳ, sc. τόπῳ Xen.).