συμποσία

From LSJ
Revision as of 01:25, 10 January 2019 by Spiros (talk | contribs) (1b)

Πατὴρ οὐχ ὁ γεννήσας, ἀλλ' ὁ θρέψας σε → Non qui te genuit, est qui nutrivit pater → Dein Vater ist, wer Nahrung dir, nicht Leben gab | nicht Vater ist, wer Leben, sondern Nahrung gab

Menander, Monostichoi, 452
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συμποσία Medium diacritics: συμποσία Low diacritics: συμποσία Capitals: ΣΥΜΠΟΣΙΑ
Transliteration A: symposía Transliteration B: symposia Transliteration C: symposia Beta Code: sumposi/a

English (LSJ)

ἡ,

   A drinking together, Alc.46. Pi.P.4.294, LXX 3 Ma.5.15, al.

German (Pape)

[Seite 989] ἡ, das Zusammentrinken, das Trinkgelage, συμποσίας ἐφέπων Pind. P. 4, 294.

Greek (Liddell-Scott)

συμποσία: ἡ, τὸ ὁμοῦ πίνειν, τὸ συμπίνειν, συμπόσιον, Ἀλκαῖ. 46· συμποσίας ἐφέπων Πινδ. Π. 4. 524.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
action de boire ensemble ; p. ext. festin.
Étymologie: συμπίνω.

English (Slater)

συμποσία
   1 banquet, drinking party συμποσίας ἐφέπων (P. 4.294)

Greek Monolingual

ἡ, Α συμπότης
συμπόσιο.

Greek Monotonic

συμποσία: ἡ (πόσις), το να πίνει κάποιος μαζί με άλλους, συμπόσιο, σε Πίνδ.

Russian (Dvoretsky)

συμποσία: ἡ пирушка, попойка Pind.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

συμποσία -ας, ἡ [συμπόσιον] het samen drinken, drinkpartij.

Middle Liddell

συμ-ποσία, ἡ, πόσις
a drinking together, Pind.