τετράσσαρον
From LSJ
Οὕτως γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν Υἱὸν τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς Αὐτὸν μὴ ἀπόληται ἀλλ᾽ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον → For God so loved the world that he gave his only begotten Son that whosoever believeth in him should not perish but have everlasting life (John 3:16)
English (LSJ)
τό,
A coin worth four asses, i.e. the Roman sestertius, Arr.Epict.4.5.17.
German (Pape)
[Seite 1099] τό, vier Asses oder ein Sestertius, Arrian. Epict. 4, 5.
Greek (Liddell-Scott)
τετράσσᾰρον: τό, νόμισμα τεσσάρων ἀσσαρίων, τὸ Ρωμαϊκὸν sestertius, τέταρτον τοῦ δηναρίου, Ἀρρ. Ἐπίκτ. 4. 5, 17.
Greek Monolingual
τὸ, Α
χάλκινο ρωμαϊκό νόμισμα που είχε αξία τεσσάρων ασσαρίων και ισοδυναμούσε με έναν σηστέρτιο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α)- + ἀσσάριον «χάλκινο ρωμαϊκό νόμισμα» (< λατ. assarius)].