ὑπόγαιος
From LSJ
μή μοι θεοὺς καλοῦσα βουλεύου κακῶς· πειθαρχία γάρ ἐστι τῆς εὐπραξίας μήτηρ, γυνὴ Σωτῆρος· ὦδ᾽ ἔχει λόγος → When you invoke the gods, do not be ill-advised. For Obedience is the mother of Success, wife of Salvation—as the saying goes.
English (LSJ)
ον,
A v. ὑπόγειος.
German (Pape)
[Seite 1212] = ὑπόγειος, bes. ion., z. B. Her. 4, 206.
Greek (Liddell-Scott)
ὑπόγαιος: -ον, ἴδε ὑπόγειος.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
souterrain.
Étymologie: ὑπό, γῆ.
Greek Monolingual
-ον, Α
βλ. υπόγειος.
Greek Monotonic
ὑπόγαιος: -ον, βλ. ὑπό-γειος.
Russian (Dvoretsky)
ὑπόγαιος: атт. ὑπόγειος 2 подземный (οἴκημα Her.; βροντή Aesch.; βωμός Plut.).