προσσυνίστημι
From LSJ
Οὕτως γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν Υἱὸν τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς Αὐτὸν μὴ ἀπόληται ἀλλ᾽ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον → For God so loved the world that he gave his only begotten Son that whosoever believeth in him should not perish but have everlasting life (John 3:16)
English (LSJ)
A recommend further, D.61.31.
German (Pape)
[Seite 780] (s. ἵστημι), noch dazu, zugleich vorstellen, empfehlen, Dem. 61, 31.
Greek (Liddell-Scott)
προσσυνίστημι: συνιστῶ, συστήνω προσέτι, περαιτέρω, Δημ. 1411. 5.
Greek Monolingual
Α
συνιστώ κάποιον ακόμη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < προσ- + συνίστημι «συστήνω»].
Russian (Dvoretsky)
προσσυνίστημι: сверх того предлагать Dem.