τριακοντούτης

From LSJ
Revision as of 09:08, 12 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

Σωτηρίας σημεῖον ἥμερος τρόπος → Auf Rettung deutet kultivierte Lebensart → Ein Hinweis auf die Rettung ist die sanfte Art

Menander, Monostichoi, 478
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τρῐᾱκοντούτης Medium diacritics: τριακοντούτης Low diacritics: τριακοντούτης Capitals: ΤΡΙΑΚΟΝΤΟΥΤΗΣ
Transliteration A: triakontoútēs Transliteration B: triakontoutēs Transliteration C: triakontoytis Beta Code: triakontou/ths

English (LSJ)

τρῐᾱκοντ-οῦτις,    A v. τριακονταέτης.

Greek (Liddell-Scott)

τριᾱκοντούτης: -οῦτις, ἴδε τριακονταετής.

French (Bailly abrégé)

ης, ες ; gén. εος;
qui dure trente ans.
Étymologie: τριάκοντα, ἔτος.

Greek Monolingual

-ες / τριακοντούτης, -οῡτες, ΝΜΑ, και λόγιος τ. θηλ. τριακοντούτις Ν, και τριακονταέτηρος, -ον, Μ, και τ. θηλ. τριακοντοῦτις, -ούτιδος, Α
ο τριακονταετής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τριακοντοέτης < τριάκοντα + -ετης (< ἔτος), με συναίρεση του ληκτικού φωνήεντος του α' συνθετικού και του αρκτικού -ε- του β' συνθετικού (πρβλ. πεντηκοντ-ούτης)].

Greek Monotonic

τριᾱκοντούτης: -οῦτις, βλ. τριακοντα-ετής.

Russian (Dvoretsky)

τριᾱκοντούτης: Thuc. = τριακονταετής.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

τριακοντούτης -ες, gen. -ου, f. τριακοντοῦτις, zie τριακονταέτης.