χρηστομάθεια

From LSJ
Revision as of 10:35, 12 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

Ἴσος ἴσθι πᾶσι, κἂν ὑπερέχῃς τῷ βίῳ → Quamvis superior sorte, da te aequum omnibus → Sei allen gleich, auch wenn du reicher bist

Menander, Monostichoi, 257
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: χρηστομάθεια Medium diacritics: χρηστομάθεια Low diacritics: χρηστομάθεια Capitals: ΧΡΗΣΤΟΜΑΘΕΙΑ
Transliteration A: chrēstomátheia Transliteration B: chrēstomatheia Transliteration C: christomatheia Beta Code: xrhstoma/qeia

English (LSJ)

[ᾰ], ἡ,    A desire of learning, Longin.44.1.    II book containing a summary of useful knowledge or select passages, e.g. the χ. γραμματική of Procl. and the χρηστομάθειαι of Hellad., cf. Sor.1.2, al.; so in pl. of the epitome of Strabo; also περὶ -μαθίας (sic) EM227.53, Orus in EM685.57.

German (Pape)

[Seite 1376] ἡ, 1) Lernbegier, Wißbegier, Longin. 44, 1. – 2) das Erlernen brauchbarer, nützlicher, zu einer Wissenschaft gehöriger Dinge; dah. hießen Bücher, die einen kurzen Inbegriff des Wissenswürdigsten enthielten, Περὶ χρηστομαθείας u. αἱ Χρηστομάθειαι, Auszüge u. Sammlungen des Brauchbarsten, Nützlichsten, Besten aus andern Schriftstellern, Chrestomathien, wie die des Proclus u. Helladius.

Greek (Liddell-Scott)

χρηστομάθεια: [ᾰ], ἡ, ἐπιθυμία πρὸς μάθησιν, φιλομάθεια, Λογγῖν. 44. 1. ΙΙ. ἡ ἐκμάθησις χρησίμων καὶ ὠφελίμων διδαγμάτων, ὅθεν βιβλία περιέχοντα περίληψιν τῶν πρὸς μάθησιν χρησιμωτάτων ἐπεγράφοντο: περὶ χρηστομαθείας, χρηστομάθειαι, ἦσαν δὲ βιβλία περιέχοντα συλλογὴν ἐκλεκτῶν ἀποσπασμάτων ἐκ πολλῶν συγγραφέων, οἷα τὰ συντεθέντα ὑπὸ Πρόκλου καὶ Ἑλλαδίου· - μαθία, Φωτ. Βιβλιοθ. 318. 21.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
chrestomathie, recueil des meilleurs ou des plus utiles morceaux d’auteurs.
Étymologie: χρηστός, μανθάνω.

Greek Monolingual

η, ΝΜΑ, και δ. τ. χρηστομαθία Μ χρηστομαθής
1. εκμάθηση χρήσιμων πραγμάτων, απόκτηση ωφέλιμων γνώσεων
2. ηθοπλαστικό εγχειρίδιο με σύνοψη τών βασικών αξιόλογων γνώσεων, με αυτοτελή διηγήματα και με αποσπάσματα από έργα τών κορυφαίων κλασικών συγγραφέων
μσν.-αρχ.
επιθυμία για μάθηση, φιλομάθεια
αρχ.
πνευματική καλλιέργεια, μόρφωση.

Russian (Dvoretsky)

χρηστομάθεια: ἡ поздн. хрестоматия (сборник лучших образцов литературы).