Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἀριθμητής

From LSJ
Revision as of 15:25, 12 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

Ἔοικα γοῦν τούτου γε σμικρῷ τινι αὐτῷ τούτῳ σοφώτερος εἶναι, ὅτι ἃ μὴ οἶδα οὐδὲ οἴομαι εἰδέναι → I seem, then, in just this little thing to be wiser than this man at any rate, that what I do not know I do not think I know either

Plato, Apology 21d
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀριθμητής Medium diacritics: ἀριθμητής Low diacritics: αριθμητής Capitals: ΑΡΙΘΜΗΤΗΣ
Transliteration A: arithmētḗs Transliteration B: arithmētēs Transliteration C: arithmitis Beta Code: a)riqmhth/s

English (LSJ)

οῦ, ὁ,    A calculator, Pl.Just.373b.

German (Pape)

[Seite 351] ὁ, der Rechner, Plat. de iust. 373 d.

Greek (Liddell-Scott)

ἀριθμητής: -οῦ, ὁ, λογιστής, Τζέτζης εἰς Λυκόφρ. 980.

Spanish (DGE)

-οῦ, ὁ
calculador, contador Pl.Iust.373b, op. γεωμέτρης Hippol.Haer.6.28.1, encargado de redactar contratos, Ath.Scholast.Coll.14.3.

Greek Monolingual

ο (Α ἀριθμητής) αριθμώ
αυτός που υπολογίζει, που καταμετρεί κάτι
νεοελλ.
1. Μαθ. ο όρος του κλάσματος ο οποίος φανερώνει τον αριθμό των κλασματικών μονάδων που περιέχει ο κλασματικός αριθμός
2. μηχάνημα που χρησιμεύει στην αυτόματη μέτρηση ή αποτύπωση αριθμών με αύξουσα σειρά.

Russian (Dvoretsky)

ἀριθμητής: οῦ ὁ подсчитыватель, счетчик Plat.