ιδεογραφία

From LSJ
Revision as of 06:36, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (17)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

οἷς τὰ ὁρώμενα τὴν ἀρχὴν ἐνδίδωσι, καὶ οἷον ὑπήνεμα διὰ τῶν ὀφθαλμῶν τὰ πάθη ταῖς ψυχαῖς εἰστοξεύονται → who taketh his beginning and occasion from something which is seen, and then his passion, as though wind borne, shoots through the eyes and into the heart

Source

Greek Monolingual

η
είδος γραφής που χρησιμοποιεί ιδεογράμματα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. ideography < ideo- (πρβλ. ιδέα «εικόνα») + -graphy (πρβλ. -γραφια < -γραφος < γράφω). Η λ. μαρτυρείται από το 1861 στο Γαλλοελληνικόν Λεξικόν τών Μ. Γ. Σχινά και Ι. Ν. Λεβαδέως].