πραΰτης
From LSJ
Οὕτως ἔδειξέν μοι κύριος καὶ ἰδοὺ ἐπιγονὴ ἀκρίδων ἐρχομένη ἑωθινή, καὶ ἰδοὺ βροῦχος εἷς Γωγ ὁ βασιλεύς (Amos 7:1) → Thus the Lord showed me and look, early-morning offspring of locusts coming, and look, one locust-larva: Gog the king.
English (LSJ)
ητος, ἡ, A v. πραότης.
German (Pape)
[Seite 697] ητος, ἡ, Sanftheit, Sp. Gebräuchlicher ist πραότης.
English (Strong)
from πραΰς; mildness, i.e. (by implication) humility: meekness.
Greek Monolingual
-ητος, ἡ, Α
βλ. πραότητα.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
πραΰτης -ητος, ἡ zie πραότης.
Russian (Dvoretsky)
πρᾱΰτης: ητος ἡ NT = πρᾳότης.
Chinese
原文音譯:praäthj 普拉語帖士
詞類次數:名詞(3)
原文字根:柔和 相當於: (עַנְוָה)
字義溯源:溫柔,謙和;源自(πραΰς)*=溫柔的)。比較: (ἐπιείκεια)=適當,溫和
出現次數:總共(3);雅(2);彼前(1)
譯字彙編:
1) 溫柔(3) 雅1:21; 雅3:13; 彼前3:15