καρτεροβρόντης
From LSJ
ὁ δὲ παράκλητος, τὸ πνεῦμα τὸ ἅγιον ὃ πέμψει ὁ πατὴρ ἐν τῷ ὀνόματί μου, ἐκεῖνος ὑμᾶς διδάξει πάντα καὶ ὑπομνήσει ὑμᾶς πάντα ἃ εἶπον ὑμῖν → but the Comforter, which is the Holy Ghost, whom the Father will send in my name, he shall teach you all things, and bring all things to your remembrance, whatsoever I have said unto you
English (LSJ)
ου, ὁ, A thundering mightily, Pi.Fr.155.
German (Pape)
[Seite 1330] ὁ, gewaltig donnernd, Zeus, Pind. frg. 127 b. Ath. V, 191 f.
Greek (Liddell-Scott)
καρτεροβρόντης: -ου, ὁ, ὁ κρατερῶς, ἰσχυρῶς βροντῶν, Πινδ. Ἀποσπ. 127. 2.
Greek Monolingual
καρτεροβρόντης, ὁ (Α)
αυτός που βροντά δυνατά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < καρτερός + -βρόντης (< βροντή < βρέμω «βροντώ»)].