νεβρίτης

From LSJ
Revision as of 15:58, 30 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

ἀλλὰ διὰ τῆς ἀγάπης δουλεύετε ἀλλήλοις. ὁ γὰρ πᾶς νόμος ἐν ἑνὶ λόγῳ πεπλήρωται, ἐν τῷ Ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν → but be enslaved to each other through love; for the whole Torah is fulfilled in one statement: You will love your neighbor as yourself (Galatians 5:13f.)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: νεβρίτης Medium diacritics: νεβρίτης Low diacritics: νεβρίτης Capitals: ΝΕΒΡΙΤΗΣ
Transliteration A: nebrítēs Transliteration B: nebritēs Transliteration C: nevritis Beta Code: nebri/ths

English (LSJ)

[ῑ], ου, ὁ, A like a fawnskin, ν. λίθος, a precious stone, Orph.L.748:—also νεβρ-ῖτις, ιδος, ἡ, Plin.HN37.175.

German (Pape)

[Seite 235] ὁ, = νεβρίας, λίθος, ein dem Bacchus heiliger Stein, von seiner Farbe, Plin. H. N. 37, 10. Auch Orph. lith. 19, 1. 7 richtige Leseart für νευρίτης.

Greek (Liddell-Scott)

νεβρίτης: [ῑ], -ου, ὁ, ὅμοιος πρὸς νεβρίδα, ν. λίθος, λίθος τις πολύτιμος, Ὀρφ. Λιθ. 742, Πλίν. 37. 64.

Greek Monolingual

νεβρίτης, ὁ (Α)
αυτός που μοιάζει με νεβρίδανεβρίτης λίθος» — πολύτιμος ιερός λίθος του Βάκχου ο οποίος έμοιαζε με δέρμα νεβρού, Ορφ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < νεβρός «ελαφάκι» + επίθημα -ίτης, δηλωτικό ονομ. λίθων (πρβλ. κογχ-ίτης, λυχν-ίτης)].