περιποίκιλος

From LSJ
Revision as of 15:10, 23 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

Βέλτιστε, μὴ τὸ κέρδος ἐν πᾶσι σκόπει → Amice, ubique lucra sectari cave → Mein bester Freund, sieh nicht in allem auf Profit

Menander, Monostichoi, 59
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περιποίκῐλος Medium diacritics: περιποίκιλος Low diacritics: περιποίκιλος Capitals: ΠΕΡΙΠΟΙΚΙΛΟΣ
Transliteration A: peripoíkilos Transliteration B: peripoikilos Transliteration C: peripoikilos Beta Code: peripoi/kilos

English (LSJ)

ον, variegated, spotted, οὐρά X.Cyn.5.23, cf. IG22.1514.8.

German (Pape)

[Seite 588] rings od. sehr bunt, bunt geringelt, Xen. Cyn. 5, 23.

Greek (Liddell-Scott)

περιποίκῐλος: -ον, λίαν ποικίλος, κατάστικτος, Ξεν. Κυν. 5, 23, Συλλ. Ἐπιγρ. 155. 10.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
tacheté ou bariolé tout autour.
Étymologie: περί, ποικίλος.

Greek Monolingual

-ον, Α
αυτός που φέρει πολλά ποικίλματα ή αυτός που έχει διαφόρων ειδών χρώματα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < περι- + ποικίλος «πολύχρωμος»].

Greek Monotonic

περιποίκῐλος: -ον, ποικιλόχρωμος ή πιτσιλωτός, διάστικτος παντού ολόγυρα, σε Ξεν.

Russian (Dvoretsky)

περιποίκῐλος: весь покрытый пятнами, пятнистый (ἡ οὐρά Xen.).

Middle Liddell

περι-ποίκῐλος, ον,
variegated or spotted all over, Xen.